Η ΝΕΑ ΤΑΞΗ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ Ο Πόλεμος και η Διεθνοποιημένη Οικονομία της Αγοράς, εκδόσεις Στάχυ, 1999


 

13. Ο πόλεμος ως καταλύτης για μια νέα ριζοσπαστική αριστερά

 

Ο εγκληματικός Νατοϊκός πόλεμος έδωσε την ευκαιρία να ξεκαθαριστούν οι τάσεις μέσα στην ευρεία Αριστερά πράγμα που ίσως αποτελέσει και το μεγαλύτερο όφελος από αυτόνανοίγοντας τον δρόμο για το κτίσιμο μιας νέας ριζοσπαστικής αριστεράς. Δεν θα περιλάβω μέσα στην Αριστερά τα  κεντρο-‘αριστερα’ κόμματα, καθώς και τον κύριο όγκο του Πράσινου κινήματος, τα ‘ρεαλιστικά’ λεγόμενα Πράσινα κόμματα, που συνήργησαν άμεσα ή έμμεσα στο Νατοϊκό έγκλημα με πρόσχημα τις εθνικιστικές πολιτικές της Γιουγκοσλαβικής ελίτ.  Οι τ. σοσιαλδημοκράτες και νυν σοσιαλ-φιλελεύθεροι καθώς και οι ‘ρεαλιστές’ οικολόγοι έχουν από καιρό  υιοθετήσει την οικονομική διάσταση της Νέας Τάξης και τώρα προσχωρούν και στη πολιτική διάσταση της (νέο ΝΑΤΟ). Εάν η έννοια ‘αριστερά’ έχει ακόμη νόημα δεν μπορεί να σημαίνει τίποτα  άλλο από την ριζοσπαστική κριτική στο στατους κβο και είναι φανερό ότι όλες οι παραπάνω τάσεις έχουν ήδη αυτό-αποβληθεί από τον ευρύτερο χώρο της αριστεράς. 

Στον χώρο που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε αριστερά υπήρξαν βασικά δυο διαφορετικές προσεγγίσεις για τον χαρακτήρα του πόλεμου. Η μια, χωρίς καμία αναφορά στο ίδιο το σύστημα της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς, θεωρεί την  εγκαθίδρυση της Αμερικανικής ηγεμονίας ως τον βασικό στόχο του πόλεμου. Η εναλλακτική προσέγγιση υποστηρίζει ότι ο πόλεμος έχει καθαρά ‘συστημικό’ χαρακτήρα, ανάγεται δηλαδή στο ίδιο το σύστημα της  οικονομίας της αγοράς. Η θέση που θα υποστηρίξω είναι ότι ο πόλεμος αυτός αποτελεί τον πρώτο πόλεμο της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς, που ταυτίζεται με την Νέα Οικονομική Τάξη. 

Υπάρχουν αρκετές παραλλαγές της πρώτης προσέγγισης. Σύμφωνα με την πιο συνηθισμένη παραλλαγή (που υποστηρίζεται για παράδειγμα από τον Wallerstein), ο κύριος στόχος της Αμερικανικής ελίτ είναι να παρεμποδίσει την δημιουργία μιας ενωμένης Ευρώπης, που θα μπορούσε να παίξει ρόλο αντίπαλου δέους σε ένα νέο διπολικό κόσμο. Όμως, ένας γνήσιος διπολισμός προϋποθέτει διαφορετικά κοινωνικό-οικονομικά συστήματα και ‘κοινωνικά παραδείγματα’ που τα νομιμοποιούν. Σήμερα, είναι προφανές ότι όχι μόνο οι προϋποθέσεις αυτές δεν υπάρχουν, αλλά και ότι, σε συνθήκες διεθνοποίησης της οικονομίας της αγοράς, είναι αδύνατη η επιστροφή σε συγκρούσεις μεταξύ καπιταλιστικών μπλοκ, όπως συνέβαινε στο πρώτο μισό του αιώνα μας. Οι οικονομικές συγκρούσεις δεν είναι πια μεταξύ εθνών η ακόμη μεταξύ μπλοκ αλλά μεταξύ πολυεθνικών, που εκμεταλλεύονται μεν την προστασία της χώρας η του μπλοκ όπου εδρεύουν, αλλά μόνο για την εξασφάλιση πλεονεκτημάτων στον ολιγοπωλιακό ανταγωνισμό τους. Οι Ευρωπαϊκές επομένως ελίτ έχουν όχι μόνο άμεσο όφελος από τον πόλεμο (άνθιση των κατασκευαστικών και πολεμικών βιομηχανιών κ.λπ.) αλλά και έμμεσο  από την πλήρη ενσωμάτωση των Βαλκανίων στους θεσμούς της Νέας Τάξης (ΕΕ, ΝΑΤΟ). Γιαυτό και οι κύριες Ευρωπαϊκές ελίτ πρωτοστάτησαν στον πόλεμο αυτό αναθέτοντας στις ΗΠΑ τη διεξαγωγή του. Με αλλά λόγια οι Ευρωπαϊκές ελίτ έχουν αναγνωρίσει την πολιτικοστρατιωτική ηγεμονία των ΗΠΑ στον κοινό στόχο της προστασίας της Νέας Οικονομικής Τάξης, χωρίς βέβαια ν αναγνωρίζουν αντίστοιχη οικονομική ηγεμονία που σήμερα μοιράζεται μεταξύ ΗΠΑ (NAFTA), Γερμανίας (ΕΕ)  και Ιαπωνίας .

Μια άλλη παραλλαγή της ίδιας προσέγγισης υποστηρίζει ότι στόχος του πόλεμου ήταν η περικύκλωση της Ρωσίας, η απομόνωση της Κίνας, ή η αχρήστευση του ΟΗΕ. Ομως, οι σημερινές ελίτ στη Ρωσία και την Κίνα δεν παρουσιάζουν κανένα πρόβλημα για τις δυτικές ελίτ, εφόσον στόχος τους είναι η παραπέρα ενσωμάτωση  στην διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς. Ο μόνος επομένως σχετικός στόχος του πόλεμου ήταν να δοθεί ένα μάθημα σε κάθε ριζοσπαστικό κίνημα (στη Ρωσία τη Κίνα ή οπουδήποτε αλλού) ότι οι αναπτυγμένες οικονομίες της αγοράς έχουν σήμερα τη δυνατότητα της ολοκληρωτικής νίκης εναντίον οπουδήποτε αμφισβητία της Νέας Τάξης.  

Τέλος μια τρίτη παραλλαγή, που υποστηρίζει μεταξύ άλλων ο Τσόμσκι, είναι ότι ο πόλεμος στόχευε ‘στη διάσωση της αξιοπιστίας του Νάτο, δηλ. της πολιτικοστρατιωτικής ηγεμονίας των ΗΠΑ’. Όμως η πολιτικοστρατιωτική ηγεμονία δεν είναι στόχος καθαυτός αλλά μέσον για την επίτευξη κάποιου στόχου. Και ο στόχος δεν είναι άλλος από την προστασία του ίδιου του συστήματος της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς. Το πρόβλημα επομένως με όλες τις παραπάνω παραλλαγές της ‘ηγεμονικής’ προσέγγισης είναι ότι αγνοούν τον θεμελιακό δεσμό μεταξύ της πολιτικής και της οικονομικής διάστασης της Νέας Τάξης και κατά συνέπεια συγκαλύπτουν τον βαθιά ‘συστημικό’ χαρακτήρα του πόλεμου αυτού. 

Κατά τη γνώμη μου, ο πόλεμος αυτός είναι ο πρώτος πόλεμος της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς για τρεις βασικούς λόγους. Πρώτον, διότι στόχος του ήταν η πλήρης ενσωμάτωση μιας περιοχής στην Νέα  Τάξη. Δεύτερον, διότι ο πόλεμος διεξάχθηκε από τον στρατιωτικό βραχίονα της Νέας Πολιτικής Τάξης (το νέο ΝΑΤΟ) που συμπληρώνει τη Νέα Οικονομική Τάξη .Τρίτον, διότι μια νέα ιδεολογία, συμβατή με τη διεθνοποίηση,  χρησιμοποιήθηκε για τη δικαιολόγηση του πόλεμου: το δόγμα της ‘περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας’. Στη συνεχεία θα προσπαθήσω ν’ αναπτυξω περιληπτικά τους λόγους αυτούς, (βλ. για πλήρη ανάπτυξη Democracy & Nature, Ιούλης 1999). 

Όσον αφορά τον πρώτο λόγο, η Γιουγκοσλαβία, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας, αποτελούσε τη μόνη προβληματική περιοχή των Βαλκανίων για τη Νέα Οικονομική Τάξη, επειδή αποτελούσε το ισχυρότερο Βαλκανικό κράτος με μακρά περίοδο ανεξαρτησίας σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο. Οι δυτικές ελίτ αποφάσισαν τότε ότι οι συνηθισμένες μέθοδοι οικονομικής ενσωμάτωσης στη Νέα Τάξη, που εφαρμόστηκαν με επιτυχία στις άλλες χώρες της Αν. Ευρώπης, δεν είχαν τις ίδιες πιθανότητες επιτυχίας στη Γιουγκοσλαβία, παρά το γεγονός ότι η σημερινή εθνικιστική ελίτ υποστήριζε την ενσωμάτωση αυτή. Αυτό έδειξε η ανάδυση ενός ισχυρού κινήματος κατά των ιδιωτικοποιήσεων και των μέτρων ‘αγοραιοποιησης’ που επέβαλε η δύση μέσω  του ΔΝΤ. Τότε, οι δυτικές ελίτ εκμεταλλευόμενες τις εθνικιστικές αναζωπυρώσεις, που είχαν ενισχύσει τμήματα της κομματικής νομενκλατούρας για χάρη της διαιώνισης τους στην εξουσία,  προχώρησαν στον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας και τη δημιουργία προτεκτοράτων, είτε εκούσιων (Σλοβενία, Κροατία, Μακεδονία) είτε αναγκαστικών (Βοσνία). Ο πόλεμος επομένως συμπληρώνει τη διαδικασία αυτή ενσωμάτωσης της Γιουγκοσλαβίας, με διπλό στόχο την δημιουργία δυο ακόμη προτεκτοράτων (Κόσοβο, Μοντενέγκρο), καθώς  και συνθηκών πλήρους οικονομικής εξάρτησης της Σερβίας, ως συνέπεια της καταστροφής της  οικονομικής υποδομής της χώρας από τους μαζικούς βομβαρδισμούς.  

Όσον αφορά την Νέα πολιτική Τάξη, που αποτελεί το αναγκαίο συμπλήρωμα της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς, αυτή ορίζεται από δυο θεμελιακές θεσμικές αλλαγές. Τον επαναορισμό του ρόλου του ΝΑΤΟ και την υιοθέτηση από αυτό της αρχής της περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας που συνιστά και την ιδεολογία της Νέας Τάξης. Έτσι, η ‘νεα στρατηγική αντίληψη’ που υιοθέτησε το ΝΑΤΟ το μετατρέπει από αμυντικό σε επιθετικό οργανισμό που έχει δικαίωμα (με, η χωρίς, την έγκριση του ΟΗΕ) να επεμβαίνει για την εξασφάλιση της ‘σταθερότητας’ σε μια ευρεία και ασαφώς ορισμένη ‘Ευρω-Ατλαντική’ περιφέρεια που επεκτείνεται έξω από τη περιοχή των κρατών μελών. Εθνοτικές και θρησκευτικές διαφορές, καθώς και παραβιάσεις ατομικών δικαιωμάτων ορίζονται ρητά ως ‘κίνδυνοι’ που αντιμετωπίζει η συμμαχία. Σύμφωνα με την ιδεολογία της περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας, στη νέα διεθνοποιημένη οικονομία δεν μπορούν να υπάρχουν πια σύνορα σε σχέση με την ‘ηθική κυριαρχία’ η οποία υπερτερεί της εθνικής κυριαρχίας. Έτσι, οι ελίτ της Νέας Τάξης θα μπορούν να ορίζουν με βάση τα δικά τους κριτήρια πότε και που παραβιάζονται τα ατομικά δικαιώματα (πχ όταν απαλλοτριώνεται η περιουσία μιας θυγατρικής) και να επεμβαίνουν για τη συντριβή οποιουδήποτε απειλεί τη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς. Με τη συνδρομή των απόλυτα ελεγχόμενων ΜΜΕ και των κομισάριων ‘διανοουμένων’, καθώς και της πολεμικής τεχνολογίας που διαθέτουν (η οποία επιτρέπει την ολοκληρωτική νίκη χωρίς  την παραμικρή απώλεια από τη μεριά τους) οι ελίτ δεν θα έχουν κανένα πρόβλημα να εξασφαλίζουν τη πλειοψηφία της κοινής γνώμης τους για να επιβάλλουν την ‘σταθερότητα’ της Νέας Τάξης. 

Το κρίσιμο ερώτημα σήμερα είναι το εξής: Θα λειτουργήσει ο πόλεμος σαν καταλύτης για τη δημιουργία μιας νέας διεθνούς ριζοσπαστικής αριστεράς, που θα θέτει ρητό στόχο την αντικατάσταση της οικονομίας της αγοράς και των πολιτικών εκφράσεων της από μια κοινωνία ισοκατανομής της πολιτικής και οικονομικής δύναμης, ή θα σημάνει αντίθετα την αρχή μιας νέας, (‘υψηλής τεχνολογίας’) Μεσαιωνικής χιλιετηρίδας; Για την Ελλάδα συγκεκριμένα, το ζητούμενο είναι να κτιστεί μια ριζοσπαστική αριστερά, πέρα από τα μέτωπα-σούπα με τους ελληνορθόδοξους ‘και άλλες πατριωτικές δυνάμεις’ που συγκροτεί το ΚΚΕ, στρέφοντας εγκληματικά το λαϊκό κίνημα στον εθνικισμό και τον θρησκευτικό σκοταδισμό, ουσιαστικά αποτρέποντας κάθε ριζοσπαστική αλλαγή.

 

ΠΡΙΝ, 13/6/99

 

 

βάση τα δικά τους κριτήρια πότε και που παραβιάζονται τα ατομικά δικαιώματα (πχ όταν απαλλοτριώνεται η περιουσία μιας θυγατρικής) και να επεμβαίνουν για τη συντριβή οποιουδήποτε απειλεί τη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς. Με τη συνδρομή των απόλυτα ελεγχόμενων ΜΜΕ και των κομισάριων ‘διανοουμένων’, καθώς και της πολεμικής τεχνολογίας που διαθέτουν (η οποία επιτρέπει την ολοκληρωτική νίκη χωρίς  την παραμικρή απώλεια από τη μεριά τους) οι ελίτ δεν θα έχουν κανένα πρόβλημα να εξασφαλίζουν τη πλειοψηφία της κοινής γνώμης τους για να επιβάλλουν την ‘σταθερότητα’ της Νέας Τάξης. 

Το κρίσιμο ερώτημα σήμερα είναι το εξής: Θα λειτουργήσει ο πόλεμος σαν καταλύτης για τη δημιουργία μιας νέας διεθνούς ριζοσπαστικής αριστεράς, που θα θέτει ρητό στόχο την αντικατάσταση της οικονομίας της αγοράς και των πολιτικών εκφράσεων της από μια κοινωνία ισοκατανομής της πολιτικής και οικονομικής δύναμης, ή θα σημάνει αντίθετα την αρχή μιας νέας, (‘υψηλής τεχνολογίας’) Μεσαιωνικής χιλιετηρίδας; Για την Ελλάδα συγκεκριμένα, το ζητούμενο είναι να κτιστεί μια ριζοσπαστική αριστερά, πέρα από τα μέτωπα-σούπα με τους ελληνορθόδοξους ‘και άλλες πατριωτικές δυνάμεις’ που συγκροτεί το ΚΚΕ, στρέφοντας εγκληματικά το λαϊκό κίνημα στον εθνικισμό και τον θρησκευτικό σκοταδισμό, ουσιαστικά αποτρέποντας κάθε ριζοσπαστική αλλαγή.

 

ΠΡΙΝ, 13/6/99