Ελευθεροτυπία (16 Αυγούστου 2008)


Η Κινεζική φούσκα και ο «σοσιαλισμός» της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης

 

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

 

Οι Ολυμπιακοί αγώνες, ιδιαίτερα σε χώρες της ημιπεριφέρειας, παίρνουν συνήθως τον χαρακτήρα επίδειξης δύναμης που ελάχιστη σχέση έχει με την πραγματικότητα. Τόσο η Ελλάδα χθες, όσο και η Κίνα σήμερα, δεν διστάζουν να σπαταλήσουν δισεκατομμύρια δολάρια για χάρη της «εικόνας» τους ― με την  ελπίδα προσέλκυσης περισσότερων επενδυτών ή τουριστών ― παρά τις πελώριες ελλείψεις τους στους τομείς υγείας, εκπαίδευσης και άλλων κοινωνικών υπηρεσιών. Όσον αφορά την Κίνα, όμως, έχει αναπτυχτεί και μια ολόκληρη μυθολογία για την δήθεν ανατέλλουσα παγκόσμια υπερδύναμη που οδηγεί σε ένα πολυκεντρικό παγκόσμιο σύστημα. Η άποψη αυτή, που υιοθετείται από σύμπασα την ρεφορμιστική Αριστερά,  προφανώς δεν συλλαμβάνει την σημασία της δομικής αλλαγής που επέφερε η ανάδυση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης στο τελευταίο τέταρτο του αιώνα. Δηλαδή, το γεγονός ότι η οικονομική αλληλεξάρτηση που έχει επιβάλλει η παγκοσμιοποίηση, της οποίας καθοριστική έκφραση είναι οι πολυεθνικές, και η αντίστοιχη  πολιτική αλληλεξάρτηση, της οποίας καθοριστική έκφραση αποτελεί η υπερεθνική ελίτ,[1] έχουν δημιουργήσει ένα υπερεθνικό σύστημα  οικονομικής και πολιτικής δύναμης που υπερβαίνει τα  τοπικά κέντρα εξουσίας του παρελθόντος.

 

Το σύστημα αυτό είναι αυστηρά ιεραρχικό και η ντε φάκτο κατάταξη των χωρών-μελών γίνεται με βάση τον βαθμό οικονομικής και πολιτικοστρατιωτικης δύναμης που συγκεντρώνουν. Θα μπορούσαμε λοιπόν να κάνουμε την υπόθεση ότι οι αρχικές χώρες της «Ομάδας των 7» εξέφραζαν και εκφράζουν την κορυφή της πυραμίδας αυτής, ενώ η προσθήκη της Ρωσίας χθες, και η πιθανή προσθήκη χωρών της ημιπεριφέρειας και περιφέρειας στο μέλλον (Κίνα, Ινδία, Βραζιλία κ.λπ.) εκφράζουν περισσότερο πολιτικές και οικονομικές σκοπιμότητες των αρχικών μελών του κλαμπ παρά την πραγματική οικονομική και πολιτικοστρατιωτική δύναμη των νέων μελών. Γι’ αυτό σήμερα οι «7» ήδη αποκλείουν την Ρωσία απο τις διαβουλεύσεις τους και συζητούν την αποβολή της λόγω της επέμβασης της στη Γεωργία, την στιγμή που οι ίδιοι δεν δίστασαν, σε παραβίαση κάθε διεθνούς κανόνα, να εισβάλλουν στο Ιράκ και το Αφγανιστάν και να κηρύξουν ανεξάρτητο το Κόσοβο!

 

Στην Κίνα, έχει δημιουργηθεί τα τελευταία 30 περίπου χρόνια μια «οικονομία κοινωνικής αγοράς με Κινεζικά χαρακτηριστικά», όπως την χαρακτήρισε το τελευταίο συνέδριο του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος το 2007. Δηλαδή, ένα μοντέλο που στοχεύει να συνδυάσει τον κρατισμό με τις δυνάμεις της αγοράς,[2] στις οποίες παραδίδεται ένα συνεχώς διευρυνόμενο τμήμα της οικονομίας. Δεν είναι όμως δύσκολο να δειχθεί[3] ότι η διπολική εξουσιαστική δομή που δημιουργεί το σύστημα αυτό, σε συνδυασμό με την δυναμική της οικονομίας της αγοράς, οδηγούν αναπόφευκτα στην τελική επικράτηση της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς και του πολιτικού της συμπληρώματος της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας». Πού στηρίζεται όμως η  μυθολογία για την νέα υπερδύναμη; Βασικά, σε στατιστικά τεχνάσματα που χρησιμοποιούν  συνήθως οι απολογητές της παγκοσμιοποίησης για να εκθειάσουν το δήθεν «Κινεζικό θαύμα».

 

Ένα βασικό τέχνασμα  είναι η σύγκριση απόλυτων οικονομικών μεγεθών για το εισόδημα, την παραγωγή κ.λπ., τα οποία βέβαια δεν έχουν νόημα όταν μιλούμε για μια χώρα που συγκεντρώνει το 21% του παγκόσμιου πληθυσμού. Εάν πάρουμε δηλαδή υπόψη τις πελώριες πληθυσμιακές διαφορές, τότε το κατά κεφαλή εισόδημα της Κίνας (σε αγοραστική δύναμη) είναι μόλις το 17% του αντίστοιχου κατά κεφαλή εισοδήματος στις αναπτυγμένες οικονομίες του Βορρά.[4] Ακόμη και η πολυδιαφημισμένη από τους νεοφιλελεύθερους και σοσιαλφιλελεύθερους ανάπτυξη-ρεκόρ της Κίνας μετά την ενσωμάτωση της στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς, κρύβει μια σχεδόν ασήμαντη αύξηση του κατά κεφαλή εισοδήματός της. Έτσι, το 1994, μετά 14 χρόνια αύξησης του ΑΕΠ με τον ρυθμό-ρεκόρ του 10%, το κατά κεφαλή εισόδημα της ήταν περίπου 10% αυτού των ΗΠΑ.[5] Μετά σχεδόν άλλα 10 χρόνια αντίστοιχης ανάπτυξης-ρεκόρ, το 2003, το κατά κεφαλή εισόδημα της Κίνας είχε μόλις φθάσει το  13% αυτού των ΗΠΑ![6]  Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και αν η Κίνα μπορούσε να συνεχίσει επ’ αόριστον τους ρυθμούς ανάπτυξης της περιόδου αυτής ― πράγμα σχεδόν αδύνατο για οικονομικούς και οικολογικούς λόγους ― πάλι,  θα χρειαζόταν, όχι κάποιες δεκαετίες, αλλά κάποιους…αιώνες για να πλησιάσει το κατά κεφαλή εισόδημα των ΗΠΑ και αυτό των αναπτυγμένων χωρών στην ΕΕ!

 

Ένα άλλο τέχνασμα αφορά την δήθεν δραματική μείωση της φτώχειας, η οποία όμως οφείλεται σχεδόν  αποκλειστικά στο γεγονός ότι η «κομμουνιστική» ηγεσία έβγαλε από τη λίστα των φτωχών 422 εκ. Κινέζους στη περίοδο 1981-2001 επειδή απόκτησαν το «σεβαστό» εισόδημα του 1 δολ. την ημέρα (με το οποίο αυθαίρετα ορίζεται η απόλυτη φτώχεια από τους διεθνείς οργανισμούς), μειώνοντας με μια μονοκονδυλιά το ποσοστό των φτωχών από 64% το 1981 σε 17% το 2001![7] Στο μεταξύ, ως αποτέλεσμα της Κινεζικής «ανάπτυξης» η χώρα σήμερα, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, έχει μια από τις πιο άνισες κατανομές εισοδήματος στον κόσμο, με  το 20% των πλουσιότερων Κινέζων να κατέχουν το 50% του πλούτου της χώρας ενώ το φτωχότερο 20% να κατέχει μόνο 4.7%, και με ένα από τους υψηλότερους  συντελεστές ανισότητας  (Gini coefficient) ― χειρότερο ακόμα και από αυτόν  της νεοφιλελεύθερης Βρετανίας και των…ΗΠΑ και σχεδόν διπλάσιο των Σκανδιναβικών χώρων![8]

 

Όμως, πέρα απο τους κοινωνικούς λόγους, οικονομικοί και οικολογικοί παράγοντες δυναμιτίζουν το Κινεζικό «θαύμα» που στηρίχθηκε καθοριστικά στο ξένο κεφάλαιο ― δηλαδή στις πολυεθνικές που εγκαταστάθηκαν στη χώρα για να εκμεταλλευθούν τους άθλιους μισθούς που φθάνουν μέχρι το 1/30 των δυτικών,[9] μετατρέποντας την σε «αλυσίδα συναρμολόγησης» της υπερεθνικής ελίτ ― στις εξαγωγές και τις συναφείς μαζικές δημόσιες επενδύσεις στις υποδομές. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι πάνω από 60% των Κινεζικών εξαγωγών και σχεδόν όλες οι εξαγωγές υψηλής τεχνολογίας αποτελούν προϊόντα ξένων επιχειρήσεων.[10] Με δεδομένο, επομένως, τον βαθμό εξάρτησης της Κινεζικής «ανάπτυξης» από το δυτικό κεφάλαιο και εμπόριο (πράγμα που εξηγεί και το γεγονός ότι η κομμουνιστική ηγεσία είναι από τους θερμότερους υπερμάχους της παραπέρα φιλελευθεροποίησης της διεθνούς οικονομίας!), οποιαδήποτε κρίση στη Δύση αντανακλά άμεσα σε αυτήν, όπως έδειξε  και η σημερινή χρηματοπιστωτική κρίση. Τέλος, όσον αφορά τους οικολογικούς λόγους, η συνέχιση της σημερινής ανάπτυξης δεν είναι βιώσιμη όχι μόνο εξαιτίας της πίεσης στις παγκόσμιες πηγές ενέργειας αλλα και της επιταχυνόμενης ερημοποίησης της χώρας και  της μαζικά διευρυνόμενης μόλυνσης που ήδη οδηγεί σε πρώιμο θάνατο 400.000 ανθρώπους τον χρόνο…[11]

 


 

[1] Βλ. για ορισμό της υπερεθνικής ελίτ Τάκης Φωτόπουλος, Περιεκτική Δημοκρατια: 10 Χρόνια Μετά (Ελ. Τύπος, Μάης 2008), κεφ. 2.

[2] Michael Sheridan, “China puts limit on free enterprise,” The Sunday Times (21/10/ 2007).

[3] Περιεκτική Δημοκρατια: 10 Χρόνια Μετά, κεφ. 2.

[4] World Bank, World Development Indicators 2005, (Πίν. 1.1).

[5] World Bank, From Plan to Market, World Development Report  1996 (Πίν. 1).

[6] World Development Indicators 2005, (Πίν. 1.1).

[7] στο ίδιο, Πίν. 2.5a.

[8] στο ίδιο,  Πίν. 2.7

[9] Will Hutton , “Mao's children seek their fortune”, The Observer (20/3/2005).

[10] Will Hutton, The Writing on the Wall: China and the West in the 21st Century (Little, Brown, 2007).

[11] Will Hutton, ο.π.