(Ελευθεροτυπία, 12 Μαίου 2007)


Η ευθυγράμμιση της Γαλλίας με την υπερεθνική ελίτ

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

 

Η Γαλλική ελίτ, με μια ισχυρή κρατικιστική παράδοση  και την φιλοδοξία να παίζει κάποιο σχετικά αυτόνομο ρόλο μέσα στην υπερεθνική ελίτ σε σχέση με τις αποφάσεις του ηγεμονικού Αγγλοσαξονικού πυρήνα, είχε δημιουργήσει ένα μύθο που επαναλάμβανε κυρίως η διεθνής ρεφορμιστική Αριστερά: οτι θα μπορούσε να παίξει ένα «προοδευτικό» ρόλο στη Νέα Τάξη, ηγούμενη μιας προοδευτικής ΕΕ απέναντι στις ΗΠΑ. Και αυτό, τόσο στο οικονομικό όσο και στο πολιτικό πεδίο.

 

Στο οικονομικό επίπεδο, το «Γαλλικό μοντέλο», το οποίο βασιζόταν σε ένα είδος διευθυνόμενης από το κράτος οικονομίας της αγοράς που την διαχειριζόταν μια διοικητική και πολιτική ελίτ, ήταν επιτυχημένο σε όλη την περίοδο της σοσιαλδημοκρατικής συναίνεσης στη μεταπολεμική περίοδο, μέχρι περίπου τα μέσα της δεκαετίας του ’70, Βασικό του χαρακτηριστικό ήταν οι σχετικά υψηλοί φόροι  για τα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα που χρηματοδοτούσαν τις αντίστοιχα σχετικά υψηλές κοινωνικές δαπάνες. Αυτό βέβαια δεν ήταν ιδιαίτερα Γαλλικό φαινόμενο αφού το ίδιο συνέβαινε την ίδια περίοδο στις σοσιαλδημοκρατικές Βρετανία, Γερμανία και φυσικά τις Σκανδιναβικές χώρες. Όμως, ενώ με την άνθιση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης που επέβαλε το άτυπο, αρχικά, και στη συνέχεια θεσμοποιημένο, άνοιγμα, καθως και την «απελευθέρωση» των διεθνών αγορών τα τελευταία περίπου 25 χρόνια, οι ελίτ στις παραπάνω χώρες (χρησιμοποιώντας κυρίως τα παλιά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που μεταμορφώθηκαν σε σοσιαλφιλελεύθερα) προσάρμοσαν τις οικονομίες τους στις νέες συνθήκες, δεν συνέβη το ίδιο και στην Γαλλία. Ο λόγος ήταν κυρίως η ισχυρή αντίδραση των λαϊκών στρωμάτων, όπως φανερώθηκε με  τους φοιτητικούς αγώνες και αυτούς για το Ευρωσύνταγμα, την «εξέγερση των προαστίων» κ.λπ.

 

Έτσι, η μία μετά την άλλη οι κύριες Ευρωπαϊκές ελίτ, με τελευταία τη Γερμανική, επέβαλαν δραστικό περιορισμό του οικονομικού ρόλου του κράτους, δηλαδή, μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, μείωση των φόρων στα προνομιούχα στρώματα και αντίστοιχο πετσόκομμα του κράτους πρόνοιας --εκτός από τη Σουηδική ελίτ που επέτυχε να διατηρήσει σημαντικό τμήμα του κοινωνικού κράτους μετατοπίζοντας τα φορολογικά βάρη στη μεσαία τάξη. Αντίθετα, η Γαλλική ελίτ, παρά τις...φιλότιμες προσπάθειες των σοσιαλιστών Μιτεράν και Ζοσπεν (ο τελευταίος, μεταξύ 1997 και 2002, έκανε περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις από ο,τι όλες μαζί οι προηγούμενες συντηρητικές κυβερνήσεις!), δεν κατάφερε ούτε τον κρατικό οικονομικό ρόλο να μειώσει σημαντικά, αλλά ούτε και να επιβάλλει ελαστικές σχέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Για παράδειγμα, οι εργοδότες εξακολουθούν να υφίστανται βασικά τα έξοδα της κοινωνικής ασφάλισης, πληρώνοντας περίπου 42.3% γι αυτά που αναλογούν σε κάθε μισθό (έναντι μόνο 10.5% στη Βρετανία).[1] Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι το Βρετανικό “ποσοστό απασχόλησης” είναι 72% έναντι 58% στη Γαλλία, ούτε ότι η Γαλλική ανεργία τα τελευταία 25 χρόνια —και ιδιαίτερα αυτή των νέων (22%)— είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη. Αντίθετα, στη Γερμανία, η εισαγωγή των ελαστικών σχέσεων στην αγορά εργασίας από τους Σρεντερ και Μερκελ έχει ουσιαστικά παγώσει τους πραγματικούς μισθούς τα τελευταία 6 χρόνια (ενώ στη Γαλλία αυξάνουν!), σπρώχνοντας την αναλογία του εργατικού στο συνολικό εθνικό εισόδημα στο χαμηλότερο επίπεδο τα τελευταία 40 χρόνια (και αντίστροφα την αναλογία των κερδών!)[2]

 

Όπως λοιπόν ισχυρίζονται οι Βρετανοί σοσιαλφιλελευθεροι, το γεγονός ότι η επίσημη ανεργία είναι πολύ χαμηλότερη στη Βρετανία από τη Γαλλία και ότι, ενώ το κατά κεφαλή εισόδημα στη Βρετανία ήταν 20% χαμηλότερο από τη Γαλλία το 1979,  σήμερα είναι 5% υψηλότερο, δείχνει την υπεροχή του “μοντέλου” τους. Εκείνο βέβαια που “ξεχνούν” ν' αναφέρουν είναι ότι, στη Βρετανία και την Αμερική, η ανισότητα αυξήθηκε ραγδαία στη διάρκεια του τελευταίου τέταρτου του αιώνα και ότι η αύξηση της απασχόλησης συγκαλύπτει μια σημαντική άνοδο της χαμηλόμισθης, μερικής η περιστασιακής απασχόλησης.[3] Και αυτό, πέρα από την σοβαρή υπονόμευση των κοινωνικών υπηρεσιών που καλύπτουν βασικές ανάγκες (εκπαίδευση, υγεία, συντάξεις, μεταφορές κλπ). Η “λύση” που δίνεται μέσα στη διαδικασία της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης είναι η σημαντική αύξηση ενός τμήματος της μεσαίας τάξης που ωφελείται εισοδηματικά από τη διαδικασία αυτή και, μη έχοντας ανάγκη τις κοινωνικές υπηρεσίες, στρέφεται στην ιδιωτική κάλυψη των αναγκών αυτών. Το τίμημα όμως είναι ότι τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, καθώς και ένα τμήμα των μεσαίων, η δεν ωφελείται καθόλου από τη διαδικασία αυτή, η συνήθως βλέπει την οικονομική και κοινωνική  θέση του να χειροτερεύει σημαντικά. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι ο ευνοούμενος της υπερεθνικής ελίτ και των διεθνών ΜΜΕ Σαρκοζί, ψηφίστηκε κυρίως από εκείνες τις κοινωνικές ομάδες (ιδιωτικοί υπάλληλοι, επαγγελματίες, επιχειρηματίες, συνταξιούχοι) που ακριβώς θα επηρεαστούν λιγότερο από την σχεδιαζόμενη αλλαγή του Γαλλικού κοινωνικό-οικονομικού μοντέλου. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ο λόγος που σημαντικό τμήμα της παραδοσιακής εργατικής τάξης και των χαμηλοσυνταξιουχων ψηφισε Σαρκοζί δεν ήταν το οικονομικό του πρόγραμμα αλλά ο απο μέρους του  εναγκαλισμός των ξενοφοβικών και ρατσιστικών τάσεων της ακροδεξιάς, καθώς και η υιοθέτηση της πατριδοκαπηλίας (στην οποία τον ακολούθησε οπορτουνιστικά και η Ρουαγιαλ!)

 

Όλα αυτά δεν σημαίνουν βέβαια ότι η Γαλλική ελίτ υπό τον Σαρκοζί θα υιοθετήσει ένα αμιγές “Αγγλοσαξονικό” μοντέλο, διότι ούτε ο Γαλλικός λαός θα επέτρεπε κάτι τέτοιο, ούτε άλλωστε είναι αναγκαίο. Η πιο πιθανή επιλογή της Γαλλικής ελίτ, η οποία καλύπτει και τις ανάγκες της υπερεθνικής ελίτ αλλά και σημαντικού τμήματος της μεσαίας τάξης,  φάινεται οτι είναι η “μέση οδός” που υιοθέτησε η Γερμανική ελίτ, η οποία ήδη εισήγαγε τις βασικές πολιτικές που επιβάλλει η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της (ελαστικοποιηση αγορών εργασίας, περικοπή των κοινωνικών επιδομάτων και των δημόσιων υπάλληλων κλπ).

 

Τέλος, στο πολιτικό επίπεδο, εαν πραγματοποιηθούν οι σχεδιαζόμενες αλλαγές που θα ευθυγραμμίζουν ακόμη περισσότερο την Γαλλική με την υπερεθνική ελίτ, θα δοθεί ουσιαστικά τέλος στη μυθολογία του «ανεξάρτητου» Γαλλικού ρόλου. Ήδη ο Σαρκοζί δηλώνει τη πρόθεση σαφούς στροφής της Γαλλικής πολιτικής υπέρ του Σιωνιστικού Ισραήλ (εύλογα ο Περές πανηγυρίζει για τη νίκη ενός “πολύ καλού φίλου του Ισραήλ”), ενώ δεν αποκλείει την υιοθέτηση ακόμη και μονομερών, εκτός ΟΗΕ, κυρώσεων κατά του Ιράν. Δεν ήταν άλλωστε τυχαία επιλογή ότι ο Σαρκοζί διάλεξε συνάντηση του με Αμερικανοσιωνιστες ηγέτες το 2004, για να δηλώσει ότι δεν τον πειράζει που οι  Γάλλοι τον αποκαλούν «Σαρκοζί ο Αμερικανός»![4]

 

Συμπερασματικά, είναι φανερό ότι το τελικό αποτέλεσμα στη Γαλλία θα καθοριστεί από τους κοινωνικούς αγώνες και συγκρούσεις που  έρχονται...

 

 


[1] John Lichfield, “France: A nation in crisis?”, Independent, 14/4/2007

[2] Ashley Seager, “Les misérables: France's unhappy position, Guardian, 7/5/2007
[3] βλ πηγές, Τ. Φωτόπουλος, Πολυδιάστατη Κρίση και Περιεκτική Δημοκρατία (Γορδιος,2005) κεφ 3,6,9
[4] Anne Penketh, “Foreign priority will be to improve relations with US”, Independent, 7/5/2007