Η στροφή των ελίτ για τα ναρκωτικά

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

(Ελευθεροτυπία, 2003/06/28) 

 

 

Ενώ προχθές η Παγκόσμια Ημέρα κατά των Ναρκωτικών δημιουργούσε την εντύπωση ότι η υπερεθνική ελίτ συνεχίζει ακάθεκτη τον «πόλεμό» της κατά των ναρκωτικών, στην πραγματικότητα η μία μετά την άλλη οι ευρωπαϊκές ελίτ ουσιαστικά εγκαταλείπουν τον πόλεμο αυτόν, που για κάποιους υποτίθεται ότι είναι το βασικό μέσο για την επίτευξη κάθε στόχου των ελίτ, από τον έλεγχο του πληθυσμού μέχρι την παγκόσμια ανισότητα! Πρόσφατα παραδείγματα είναι η Βρετανία, που προχωρά εφέτος στην αποποινικοποίηση της χρήσης της κάνναβης, και το Βέλγιο, που μόλις νομιμοποίησε την προσωπική χρήση της. Οι ελίτ σε Ολλανδία, Ελβετία και Αυστραλία είχαν βέβαια προηγηθεί στο δρόμο αυτόν, ενώ παρόμοια χαλάρωση της αντιναρκωτικής νομοθεσίας παρατηρείται σε Ισπανία, Πορτογαλία, Αυστρία και Ελλάδα. Έτσι, οι μόνες ευρωπαϊκές χώρες που επιμένουν στη σκληρή γραμμή κατά των ναρκωτικών, που ακόμη εφαρμόζει η αμερικανική ελίτ (αν και εκεί το κλίμα έχει αρχίσει να αλλάζει), είναι η Γαλλία και η Σουηδία. Όμως, όπως θα προσπαθήσω να δείξω, η στροφή αυτή των ελίτ δεν δικαιολογείται ούτε από τα στοιχεία για τη συνεχή εξάπλωση των ναρκωτικών ουσιών, ούτε από τα ιατρικά δεδομένα για την επικινδυνότητά τους, της κάνναβης συμπεριλαμβανομένης.[1] Όχι άδικα, επομένως, ο Antonio Costa, διευθυντής του γραφείου για τα ναρκωτικά στον ΟΗΕ, δήλωνε αγανακτισμένος, στην πρόσφατη διάσκεψη του ΟΗΕ για τα ναρκωτικά, ότι μερικές χώρες ανέχονται την εξάπλωση «μιας χαλαρής κουλτούρας υπέρ του δικαιώματος στην κατάχρηση ναρκωτικών» και τόνιζε ότι αυτή «η πολιτική μη επέμβασης (laissez-faire) στην αυτο-καταστροφή» έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις προσπάθειες για την προώθηση της αποχής από την καταστροφική νικοτίνη.[2]

Όσον αφορά, πρώτον, την εξάπλωση των ναρκωτικών, η ίδια διάσκεψη του ΟΗΕ συμπέρανε ότι, μολονότι υπάρχουν κάποια σημάδια σταθεροποίησης της κατάχρησης κοκαΐνης και ηρωίνης (με βάση όμως στοιχεία πριν την «απελευθέρωση» του Αφγανιστάν από την υπερεθνική ελίτ που επανέφερε την παραγωγή οπίου στα «κανονικά» επίπεδα), οι τάσεις στις συνθετικές ουσίες είναι ανησυχητικές, ενώ η κατανάλωση κάνναβης αυξάνεται συνεχώς. Ανάλογες τάσεις παρατηρούνται στη χώρα μας, όπου μάλιστα, σε προφανή διάψευση του επιχειρήματος ότι η εξάπλωση των ναρκωτικών οφείλεται στην... απαγόρευσή τους, πρόσφατη δημοσκόπηση του Ευρωβαρόμετρου έδειξε ότι η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη (69,2%) νέων ηλικίας 15-24 ετών που προμηθεύονται με ευκολία ναρκωτικές ουσίες μέσα και γύρω από το σχολείο τους!
[3] Αντίστοιχα, το γεγονός ότι στην Ευρώπη σημειώνεται δραματική πτώση στις τιμές των ναρκωτικών τα τελευταία δέκα χρόνια,[4] συνεπάγεται ανάλογη δραστική αύξηση της ευκολίας πρόσβασης στα ναρκωτικά και έμμεση κατάρριψη του μύθου ότι η αιτία της εξάπλωσής τους είναι δήθεν η απαγόρευσή τους.

Όσον αφορά τα ιατρικά δεδομένα, πέρασε απαρατήρητη στη χώρα μας πολύ σημαντική πρόσφατη έρευνα στην British Medical Journal (μία από τις εγκυρότερες ιατρικές επιθεωρήσεις στον κόσμο), η οποία συμπεραίνει ότι η κάνναβη, όπως και το τσιγάρο, αποτελούν μέγιστους κίνδυνους για την δημόσια υγεία. Όπως τονίζουν οι συντάκτες της σχετικής έρευνας, «ήδη γνωρίζουμε ότι η τακτική χρήση κάνναβης συνδέεται με μεγαλύτερη συχνότητα διανοητικών ασθενειών, κυρίως σχιζοφρένειας και κατάθλιψης, ενώ αξίζει να εξετασθεί επίσης η δυνατότητά της να προκαλεί άλλες ασθένειες, ιδιαίτερα στην καρδιά και το αναπνευστικό σύστημα».
[5] Οι αναφορές βέβαια αυτές δεν είναι τυχαίες. Όπως σημειώνουν οι ίδιοι, με βάση άλλες έρευνες, είναι υπερτετραπλάσιες οι πιθανότητες να εμφανισθεί έμφραγμα του μυοκαρδίου μέσα σε μία ώρα από το κάπνισμα κάνναβης. Ακόμη, έρευνα της British Lung Foundation, στην οποία αναφέρονται οι συγγραφείς, εκτιμά ότι τρία τσιγαριλίκια την ημέρα μπορεί να προκαλέσουν όση βλάβη στους πνεύμονες κάνουν 20 τσιγάρα και ότι «το κάπνισμα της κάνναβης προκαλεί χρόνια βρογχίτιδα, εμφύσημα και άλλες διαταραχές των πνευμόνων». Η θνησιμότητα ανάμεσα στους καπνιστές κάνναβης, σύμφωνα με την έρευνα της British Medical Journal, είναι περίπου 1%, αλλά, όπως γράφουν οι ίδιοι, «ακόμη και αν ο αριθμός των θανάτων που αποδίδεται στην κάνναβη ήταν κλάσμα αυτού του ποσοστού, το κάπνισμά της πάλι θα αποτελούσε μείζονα απειλή για τη δημόσια υγεία. Ιδιαίτερα μάλιστα εάν οι πιθανές επιπτώσεις στη διανοητική υγεία προστεθούν στην ενδεχόμενη νοσηρότητα και πρόωρο θάνατο από καρδιοπνευμονικές παθήσεις, τότε, τα σημάδια αυτά δεν είναι δυνατόν να αγνοηθούν». Κατά τη γνώμη μου, οι επιπτώσεις στη διανοητική υγεία, και επομένως την αυτονομία των εξαρτημένων, είναι από μόνες τους αρκετές για να δικαιώσουν την κοινωνική απαξίωση των ναρκωτικών ουσιών.

Πού οφείλεται λοιπόν η στροφή των ελίτ; Μήπως στο γεγονός ότι το οικονομικό κόστος της απαγόρευσης, σε όρους εγκληματικότητας κ.λπ., έχει γίνει σήμερα σημαντικά μεγαλύτερο από το πιθανό κόστος της άρσης της, σε όρους παραπέρα εξάπλωσης των ναρκωτικών και μείωσης της παραγωγικότητας, καθώς και στο πιθανό οικονομικό όφελος που θα έχει η άρση της απαγόρευσης; Όσον αφορά πρώτα το κόστος της ποινικοποίησης, σύμφωνα με περυσινή έρευνα του Πανεπιστημίου Γιορκ, το κόστος στο βρετανικό σωφρονιστικό σύστημα, το σύστημα υγείας και τις κοινωνικές υπηρεσίες ανέρχεται στα 6,8 δισ. λίρες (μόνο το κόστος στο σωφρονιστικό σύστημα είναι περίπου 3 δισ. λίρες) και, αν προστεθεί το γενικότερο κοινωνικό κόστος της αυξημένης εγκληματικότητας, το συνολικό κόστος άνετα ξεπερνά τα 18 δισ. λίρες.
[6] Ακόμη, όσον αφορά το πιθανό όφελος της άρσης της ποινικοποίησης, είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Βρετανίας, όπου η αξία της αγοράς ναρκωτικών υπολογίζεται σε περίπου 4 δισ. λίρες. Μερικές καπνοβιομηχανίες, προβλέποντας τη νομιμοποίηση τουλάχιστον της κάνναβης, έχουν ήδη καταθέσει «μάρκες» που έχουν σχέση με τη μαριχουάνα. Παράλληλα έχει υπολογιστεί ότι, αν η κάνναβη παραγόταν και καταναλωνόταν νόμιμα και επομένως φορολογούνταν κανονικά, όπως το τσιγάρο, η βρετανική Εφορία θα κέρδιζε επιπρόσθετα έσοδα 16 δισ. λιρών
αρκετά για μια δραματική μείωση του φόρου εισοδήματος, όπως επιβάλλει η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση![7]

Φυσικά, τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι η λύση στο κοινωνικό πρόβλημα των ναρκωτικών είναι η... φυλάκιση των χρηστών, που στην πραγματικότητα είναι τα θύματα του συστήματος. Όπως προσπάθησα να δείξω αλλού,
[8] η λύση δεν βρίσκεται ούτε στην ποινικοποίηση, όπως υποστηρίζουν οι «κυνηγοί κεφαλών», αλλά ούτε και στη νομιμοποίηση που ονειρεύονται οι βολεμένοι απολογητές της «ελευθερίας» σε σχέση με τα ναρκωτικά, οι οποίοι το μόνο για το οποίο ενδιαφέρονται πραγματικά είναι να απολαμβάνουν άφοβα και χωρίς κοινωνική απαξίωση κάτι που για αυτούς μεν είναι χόμπι, αλλά για τους εξαρτημένους, που δεν είναι βολεμένοι, αποτελεί «φυγή» από την ανεργία, τη φτώχεια, το άγχος και την αβεβαιότητα. Η μακροπρόθεσμη λύση αναγκαστικά περνά μέσα από τη ριζική κοινωνική αλλαγή, που θα εξαλείψει τις κοινωνικές αιτίες που γέννησαν τη σημερινή εξάπλωση των ναρκωτικών, η οποία πήρε μαζικές διαστάσεις ως συνέπεια των αποτελεσμάτων της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης: δραματική επέκταση της ανισότητας, αλλά και της ανεργίας - υποαπασχόλησης, καθώς και της ανασφάλειας, του άγχους από τον ανταγωνισμό κ.λπ. Αντίστοιχα, τα βραχυ-μεσοπρόθεσμα μέτρα για κάποια βελτίωση της κατάστασης περνούν μέσα από τη δημιουργία αποτελεσματικών συστημάτων πρόληψης και στήριξης των εξαρτημένων, με παράλληλη απομυθοποίηση του δήθεν αβλαβούς των ναρκωτικών και γενική κοινωνική απαξίωσή τους.


 


[1] Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΚΕΘΕΑ, το 66,7% των νέων στην Ελλάδα μπήκε στον κόσμο των ναρκωτικών από το χασίς, «Ε», 24 & 25/6/03.

[2] Alan Travis, «High Stakes», Guardian, 16/4/03.

[3] «Ε», 23/10/2002.

[4] Staff and agencies, «Cost of illegal drugs plummets», Guardian, 27/5/02.

[5] John Α. Henry, κ.ά. «Comparing cannabis with tobacco: Smoking cannabis, like smoking tobacco, can be a major public health hazard», British Medical Journal (3 Μάη 2003), 326:942-943.

[6] Alan Travis, «Hardcore addicts shown to cause 99% of drugs bill», Guardian, 13/2/02.

[7] Faisal Islam, «Soft drug turns to hard sell», Observer, 8/7/01.

[8] Βλ. Τ. Φωτόπουλος, Ναρκωτικά: Πέρα από τη δαιμονολογία της ποινικοποίησης και την «προοδευτική» μυθολογία της φιλελευθεροποίησης, (Ελεύθερος Τύπος, 1999).