Πόρτο Αλέγκρε και Αριστερά

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

(Ελευθεροτυπία, 2002/02/23) 

 

Το δεύτερο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης στο Πόρτο Αλεγκρε (ΠΑ), που οργανώθηκε βασικά από την οργάνωση ATTAC —το πνευματικό παιδί της Le Monde Diplomatique, τμήμα του μεγάλο-συγκροτήματος Le Monde— μαζί με Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (που επιχορηγούνται άμεσα η έμμεσα από τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ) και χρηματοδοτήθηκε —μεταξύ άλλων— από το ίδρυμα Φορντ, έδωσε λαβή για την ανάπτυξη μιας ολόκληρης μυθολογίας γύρω από αυτό. Έτσι αυτοί που βλέπουν την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση σαν προϊόν κάποιας συνωμοσίας του κεφαλαίου (Τσόμσκι) ή κάποιου κακού «μοντέλου» που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις σήμερα (τελική έκκληση ΠΑ), δηλαδή όλοι αυτοί που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «ρεφορμιστική Αριστερά», μίλησαν για  «ιστορική τομή» ενώ άλλοι, πιο σεμνά(!), χαρακτήρισαν το Φόρουμ ως «ελπίδα για ένα νέο κόσμο». Από την άλλη μεριά, η συντριπτική πλειοψηφία των ρευμάτων που ανήκουν στην «αντισυστημική Αριστερά», τα οποία βλέπουν την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση ως το αποτέλεσμα της δυναμικής του συστήματος της οικονομίας της αγοράς και επομένως μη αντιστρέψιμη μέσα στο σύστημα αυτό,[1] διαχώρισαν σαφώς τη θέση τους από το Φόρουμ. Έτσι, τα σημαντικότερα τέτοια ρεύματα που μετείχαν στην Γένοβα και αλλού (PGA, RTS  κ.α.) τις θυσίες των οποίων δεν παύει να επικαλείται  η ρεφορμιστική Αριστερά απέρριψαν την πρόταση συμμετοχής τους στο ΠΑ, μερικοί ανάλαβαν και  ενεργό δράση με αντιδιαδηλώσεις στο ίδιο το ΠΑ, ενώ σημαντικά Βραζιλιάνικα συνδικάτα[2]  καταδίκασαν το Κοινωνικό Φόρουμ δημόσια  για την προσπάθεια του να δώσει ένα ανθρώπινο προσωπείο στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση.

Ποια είναι λοιπόν η σημασία του Πόρτο Αλέγκρε σε σχέση με το πιο κρίσιμο θέμα της εποχής μας, την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση; Ο χαρακτήρας του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ φανερώθηκε ήδη από το πρώτο φόρουμ πέρυσι στο ΠΑ.  Το «Κάλεσμα Κινητοποίησης»[3]  που υπογράφηκε από περίπου 200 οργανώσεις, έκανε ξεκάθαρο το ρεφορμιστικό χαρακτήρα του όταν  δήλωνε ότι  στόχος δεν είναι η ίδια η οικονομία της αγοράς αλλά η «νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίησή» της, και όχι η ίδια η αντιπροσωπευτική «δημοκρατία» αλλά η υπονόμευσή της από την παγκοσμιοποίηση, τον μιλιταρισμό κ.λπ., προχωρώντας μάλιστα και στη διατύπωση αντίστοιχων αιτημάτων: φόρος Τόμπιν, «δίκαιο» εμπόριο,  μη παρέμβαση από το ΔΝΤ, την ΠΤ, τον ΠΟΕ και το ΝΑΤΟ στη διαμόρφωση των  εθνικών πολιτικών, αγροτική μεταρρύθμιση κ.ο.κ.

Από πέρυσι μέχρι φέτος η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση εντάθηκε ακόμη περισσότερο (νέες περικοπές φόρων, προγράμματα για ακόμη περισσότερες και βαθύτερες ιδιωτικοποιήσεις, ακόμη ελαστικότερες αγορές εργασίας κ.λπ.). Το Κοινωνικό Φόρουμ όμως, απτόητο, επανήλθε στη φετινή του «Έκκληση των κοινωνικών κινημάτων», καθώς και στις προτάσεις των συνεδρίων που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του, για ν’ αποδώσει τα σημερινά δεινά  πάλι στο κακό «μοντέλο» του νεοφιλελευθερισμού «που δίνει τη πρώτη θέση στο κεφάλαιο» και το οποίο εφαρμόζουν οι διεθνείς οργανισμοί σήμερα, με τη βοήθεια των «κακών» νεοφιλελεύθερων και σοσιαλφιλελεύθερων κυβερνήσεων. Η συλλογιστική είναι ότι η «κοινωνία πολιτών» (μια έννοια που αγνοεί τις ταξικές διακρίσεις γι' αυτό και υποστηρίζεται ακόμη και από την Διεθνή Τράπεζα!) μπορεί να σχηματίσει κοινό μέτωπο και  να παλέψει κατά της «λαίλαπας» του νεοφιλευθερισμού, η οποία προφανώς μας προέκυψε από το διάστημα και όχι ως συνέπεια της δυναμικής του ίδιου του συστήματος που δημιουργεί τις ταξικές διακρίσεις και ιεραρχικές δομές. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι η οργανωτική επιτροπή του Φόρουμ εκπροσωπούσε ακριβώς την «κοινωνία πολιτών». Ας δούμε όμως ενδεικτικά τις σχετικές προτάσεις που υιοθετήθηκαν  στα συνέδρια σε σχέση με τα τρία κυριότερα θέματα της παγκοσμιοποίησης: πολυεθνικές, έλεγχος κίνησης κεφαλαίων και παγκόσμιο εμπόριο.

Στο συνέδριο για τις πολυεθνικές ο στόχος ήταν η μείωση της δύναμης των πολυεθνικών και οι σύνεδροι, προφανώς κατόπιν εμβριθών διαβουλεύσεων, κατέληξαν στην  πρόταση να χωριστεί το κράτος (σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο) από τις πολυεθνικές, θυμίζοντας μάλιστα τον ανάλογο χωρισμό εκκλησίας και κράτους! Η προβληματική τους είναι σαφής. Η οικονομική ελίτ παίζει απλώς ιδεολογικό ρόλο στην οικονομία της αγοράς και επέβαλε σήμερα το «μοντέλο» του νεοφιλελευθερισμού, που εύκολα θα αντιστρεφόταν τόσο αυτό όσο και η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, αρκεί το κράτος να διαχωριζόταν από το κεφάλαιο. Έτσι, η διάρθρωση και οι σχέσεις  εξουσίας στη σημερινή κοινωνία που στηρίζονται στην αλληλεξάρτηση οικονομικής και πολιτικής δομής (καθώς και αυτή των αντίστοιχων ελίτ) μπορεί ν’ ανατραπούν, αρκεί να επιβάλλουμε νομοθετικά τον χωρισμό κράτους από κεφάλαιο (προφανώς οι σοσιαλφιλελεύθεροι βουλευτές και υπουργοί που μετείχαν στο Φόρουμ θα φροντίσουν γι' αυτό!)

Αντίστοιχα, το συνέδριο για τον έλεγχο των αγορών κεφαλαίου προτείνει την ενίσχυση του εθνικού κράτους και τη διεθνή φορολογία της διακίνησης κεφαλαίου μέσω του φόρου Τόμπιν και άλλων παρομοίων φόρων, παρά το γεγονός ότι τέτοιοι φόροι δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να εισαχθούν και να εφαρμοστούν αποτελεσματικά σε παγκόσμιο επίπεδο όσο η παγκόσμια οικονομία θεμελιώνεται στην οικονομία της αγοράς και τη δυναμική τού «ανάπτυξη-ή-θάνατος» που αυτή επιβάλλει. Τέλος, το συνέδριο για το παγκόσμιο εμπόριο προτείνει τη «ριζική αλλαγή» των κανόνων που διέπουν τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου καθώς και το ίδιο το εμπόριο, συνιστώντας στις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις των πλούσιων χωρών ν’ αναγκάσουν τις κυβερνήσεις τους (από τις οποίες συνήθως επιχορηγούνται!) να μην προχωρήσουν στην υλοποίηση των αποφάσεων στο Κατάρ για την έναρξη νέου γύρου διαπραγματεύσεων που θα επεκτείνει και σε άλλους τομείς την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση.

Είναι φανερό λοιπόν ότι οι οργανώσεις που καθόρισαν τον χαρακτήρα του Φόρουμ διαμόρφωσαν μια ατζέντα που, μολονότι ρεφορμιστική, δεν παύει να έχει και ουτοπικό χαρακτήρα εφόσον ούτε και τα αιτήματα που θέτουν δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν μέσα στο πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς δεδομένου βέβαια ότι οι πολυεθνικές και η υπερεθνική ελίτ (που την ελέγχουν) δεν πρόκειται ποτέ να δεχτούν αποτελεσματικούς ελέγχους στην κίνηση εμπορευμάτων και κεφαλαίων που όχι μόνο θα μείωναν τα κέρδη τους αλλά και θα επιβράδυναν την ίδια την ανάπτυξη που δικαιολογεί την ύπαρξη της ελίτ αυτής. Όμως από την άλλη μεριά ο καθορισμός μιας παρόμοιας ρεφορμιστικής ατζέντας εγκλωβίζει και υγιή λαϊκά στρώματα σε ρεφορμιστικά αιτήματα και δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο την προσπάθεια ανάπτυξης μιας αντισυστημικής συνειδητοποίησης κατά της παγκοσμιοποίησης και αντίστοιχα το κτίσιμο ενός αντισυστημικού κινήματος εναντίον της. Παρόλα αυτά, μερικοί αμετανόητοι (συνήθως από την Τροτσκιστική Αριστερά η οποία, με τη συμμετοχή της,  ουσιαστικά έδωσε την ευκαιρία στο Φόρουμ να μιλά για την «μεγάλη διαφορετικότητα» του) υποστηρίζουν ότι η προβολή ρεφορμιστικών αιτημάτων που στο σημερινό σύστημα είναι ουτοπικά μπορεί να οδηγήσει σε αντισυστημική συνειδητοποίηση. Είναι όμως φανερό ότι αυτοί που υποστηρίζουν παρόμοιες θέσεις δεν έχουν ακόμη πάρει το μάθημα της Ιστορίας για την παταγώδη αποτυχία αυτής της τακτικής που όχι μόνο δεν οδήγησε πουθενά στη δημιουργία μαζικής αντισυστημικής συνειδητοποίησης αλλά αντίθετα κατέληξε στην σημερινή ανατροπή της παλιάς σοσιαλδημοκρατίας και των περισσότερων κατακτήσεων της.

Είναι πιθανό ότι στο Φόρουμ του 2003 θα μετέχουν ακόμη περισσότεροι σε αυτό που Γερμανική εφημερίδα χαρακτήρισε «ένα είδος Ελντοράντο για τους ρεφορμιστές σοσιαλιστές και τους ηθικιστές»[4]. Και είναι ακόμη πιθανότερο ότι, όσο δεν οργανώνεται ένα μαζικό αντισυστημικό κίνημα, η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση όχι μόνο δεν θα έχει αρχίσει ν' αντιστρέφεται μέχρι τότε, όπως ονειρεύεται σαν τον Καραγκιόζη η ρεφορμιστική Αριστερά, αλλά ότι θα έχει προχωρήσει ακόμη περισσότερο…


 

[1] Βλ Τ. Φωτόπουλος, Παγκοσμιοποίηση, Αριστερά και Περιεκτική Δημοκρατία, (Ελληνικά Γράμματα, Μάρτιος 2002) κεφ. 1-2 .

[2] Βλ. διακήρυξη CUT trade union federation (www.uk. indymedia.org)

[3] Porto Allegre Call for Mobilisation, (Βραζιλία: 19 Φεβρουαρίου 2001).

[4] Jungle World (6/2/02)