Ελευθεροτυπία (30 Δεκεμβρίου 2000)


Η κατάρρευση του μύθου της προόδου

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

Η στιγμή που φεύγει ένας αιώνας ή μια χιλιετία (ανεξάρτητα βέβαια από το αυθαίρετο κριτήριο που χρησιμοποιούμε για να μετρούμε τον χρόνο) προσφέρεται πάντοτε για έναν απολογισμό που, βέβαια, λόγω των περιορισμών του χώρου, αναγκαστικά θα είναι μάλλον σχηματικός. Ποιο είναι το σημαντικότερο στοιχείο που χαρακτηρίζει τους τελευταίους αιώνες της χιλιετίας που πέρασε; Κατά τη γνώμη μου, το στοιχείο αυτό είναι η μυθοποίηση της Προόδου που άρχισε εδώ και διακόσια περίπου χρόνια και αποτέλεσε το βασικό στοιχείο του Διαφωτισμού αλλά και των κυρίων ιδεολογιών που ο ίδιος γέννησε, (δηλαδή του φιλελευθερισμού και του σοσιαλισμού), καθώς και η σημερινή κατάρρευση του μύθου της Προόδου.

Το βασικό γεγονός που χαρακτήριζε τη μετάβαση από την «παραδοσιακή» κοινωνία στη σύγχρονη τους τελευταίους δυο αιώνες δεν ήταν, όπως συνήθως υποστηρίζεται, η βιομηχανική επανάσταση η οποία, σε συνθήκες που θα επέτρεπαν τον συλλογικό έλεγχο πάνω στα μέσα παραγωγής, θα μπορούσε να έχει οδηγήσει σε μια τελείως διαφορετική κοινωνία. Όμως, η συγκεκριμένη ταξική διάρθρωση που είχε ήδη δημιουργηθεί απέτρεπε κάτι τέτοιο με αναπόφευκτη συνέπεια τις δυο κοσμοϊστορικές θεσμικές αλλαγές που σημάδεψαν τη ρήξη με τη παραδοσιακή κοινωνία: μια οικονομική και μια πολιτική. Η οικονομική αλλαγή αφορούσε τη θεσμοποίηση  της οικονομίας της αγοράς που συνέβη όταν οι «αγορές» της παραδοσιακής κοινωνίας μετατράπηκαν βαθμιαία, με την αποφασιστική κρατική υποστήριξη, στο ουσιαστικά αυτορυθμιζόμενο «σύστημα» της οικονομίας της αγοράς, όπου οι κοινωνικοί έλεγχοι πάνω στις αγορές ελαχιστοποιούνται ―σύστημα, που ξεκινώντας από την Ευρώπη σήμερα έχει «κατακτήσει» όλο τον κόσμο. Η πολιτική αλλαγή αφορούσε την παράλληλη καθιέρωση της Αμερικανικής αντίληψης της «δημοκρατίας», της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας», που σήμερα έχει καθολικευθεί, αντικαθιστώντας την κλασική έννοια της, η οποία  γεννήθηκε σε αυτό τον τόπο.

Οι παραπάνω θεσμικές αλλαγές σήμαιναν τον οριστικό διαχωρισμό της κοινωνίας από την οικονομία και την πολιτεία και είχαν ως τελικό αποτέλεσμα την καθιέρωση της δυτικής ηγεμονίας (οικονομικής, πολιτικής αλλά και πολιτιστικής-ιδεολογικής) σε παγκόσμιο επίπεδο. Εάν σταθούμε ιδιαίτερα στην ιδεολογική-πολιτιστική ηγεμονία, το θεμελιακό στοιχείο που στήριζε αυτή την ηγεμονία ήταν οι ιδέες του Διαφωτισμού που είχαν αναπτυχθεί στην Ευρώπη του 17ου και 18ου αιώνα. Οι ιδέες δηλαδή που επανέφεραν τον κλασικό ελληνικό ορθολογισμό στην αντίληψη του εαυτού μας σαν τμήμα του σύμπαντος, μετά από ένα σκοταδιστικό διάλειμμα που κράτησε σχεδόν δυο χιλιετίες ―την έναρξη του οποίου μάλιστα γιορτάζουμε αυτές τις μέρες! Σύμφωνα με τις ιδέες αυτές, οι στόχοι του ορθολογικού ανθρώπου της σύγχρονης κοινωνίας δεν ορίζονται ετερόνομα από κάποιες «ιερές» Γραφές αλλά από τον ίδιο τον άνθρωπο και συνοψίζονται στο τρίπτυχο «γνώση-ελευθερία-ευτυχία». Ήταν δε ακριβώς η επιτυχημένη εφαρμογή του ορθολογισμού ―μέσω των μαθηματικών και των θετικών επιστημών― στη τεχνολογία που δημιούργησε τον μύθο της συνεχούς (γραμμικής ή διαλεκτικής) Προόδου. Δεν ήταν φυσικά περίεργο ότι ο μύθος αυτός αγκαλιάστηκε αμέσως από τα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα της οικονομίας της αγοράς, καθώς και από τη φιλελεύθερη ιδεολογία που τα εξέφραζε, εφόσον η δυναμική του συστήματος αυτού, δηλαδή η οικονομική ανάπτυξη, ήταν απόλυτα συμβατή με την έννοια της Προόδου. Εκείνο που ήταν περισσότερο περίεργο  ήταν το γεγονός (στο οποίο δεν μπορούμε να επεκταθούμε εδώ) ότι τον ίδιο μύθο αγκάλιασαν και τα μη προνομιούχα κοινωνικά στρώματα που ήταν αντίθετα στην αγοραιοποίηση, καθώς και η σοσιαλιστική ιδεολογία, με αποτέλεσμα τα καθεστώτα του «υπαρκτού» να υιοθετήσουν την ίδια αναπτυξιακή ιδεολογία οδηγώντας αναπόφευκτα στις γνωστές αντιφάσεις μεταξύ της σοσιαλιστικής ηθικής και της οικονομίας ανάπτυξης που κατέληξαν στη κατάρρευση τους.

Το τελευταίο όμως τέταρτο του αιώνα περίπου  η ιδεολογία της ανάπτυξης και συνακόλουθα η ίδια η έννοια της Προόδου τέθηκαν σε ριζική αμφισβήτηση. Σε αυτό συνέβαλαν μια σειρά από αλλαγές τόσο στον τομέα της επιστήμης και της ιδεολογίας όσο και στις αντικειμενικές συνθήκες.  Όσον αφορά τις πρώτες, η «βεβαιότητα» του Νευτώνειου μοντέλου που καθόριζε τις θετικές επιστήμες και κατ' επέκταση τις κοινωνικές αντικαταστάθηκε από την αβεβαιότητα των σημερινών πιθανοκρατιών μοντέλων, της θεωρίας του Χάους και της πολυπλοκότητας. Πρώτο θύμα της αλλαγής αυτής ήταν η «αντικειμενική αλήθεια» που υποτίθεται εξέφραζαν οι «επιστημονικές» θεωρίες, (είτε ορθόδοξες, είτε Μαρξιστικές), για την κοινωνική και οικονομική εξέλιξη. Όσον αφορά τις αντικειμενικές εξελίξεις, η δυναμική του συστήματος της οικονομίας της αγοράς οδήγησε μεν σε μια πρωτόγνωρη οικονομική ανάπτυξη αλλά και σε μια πρωτοφανή οικονομική ανισότητα και συγκέντρωση πλούτου τόσο μεταξύ Βορρά και Νότου όσο και στο εσωτερικό τους. Η Πρόοδος επομένως αποδείχθηκε ότι αφορούσε τους λίγους πάνω στον πλανήτη που έτυχε να γεννηθούν στις χώρες ή/και από τους γονείς «που έπρεπε».

Η ίδια δυναμική του συστήματος κατέδειξε ότι η φοβερά άνιση αυτή Πρόοδος είχε και ένα καθολικό αποτέλεσμα: την καταστροφή του περιβάλλοντος την οποία πληρώνουμε όλοι σήμερα, μολονότι βέβαια σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό οι μη προνομιούχοι σε σχέση με τους προνομιούχους. Παράλληλα, η  Πρόοδος σε όρους τεχνολογικής προόδου έδειξε ότι δεν έχει σχέση με την πρόοδο σε όρους ελευθερίας. Το  ότι όλοι οι ενήλικοι ψηφίζουν δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι πολίτες σήμερα απλώς αποδέχονται παθητικά τις επιλογές των ελίτ τους, ενώ αυτοί που χαρακτηριζόντουσαν ως πολίτες στη κλασική Αθήνα (που δεν κατάφερε βέβαια ποτέ να γίνει πλήρης πολιτική και οικονομική δημοκρατία για όλους τους κατοίκους της) έκαναν οι ίδιοι τις επιλογές που διαφέντευαν τη ζωή τους. Η Ιστορία επομένως δεν θεμελιώνει την ύπαρξη μια προοδευτικής διαδικασίας προς μια ελεύθερη κοινωνία, που διασφαλίζει τον υψηλότερο βαθμό ατομικής και κοινωνικής αυτονομίας στο πολιτικό, στο οικονομικό και στο κοινωνικό επίπεδο αλλά, αντίθετα, χαρακτηρίζεται από σκαμπανεβάσματα χωρίς καμία μακροπρόθεσμη «τάση»: από τη κλασική φιλοσοφία και δημοκρατία, στον αποβλακωτικό θρησκευτικό δογματισμό και τα απολυταρχικά καθεστώτα του δυτικού και του Βυζαντινού Μεσαίωνα και από εκεί στη σημερινή παντοκρατορία της αγοράς και των πολυεθνικών. Τέλος, όσον αφορά στην ηθική πρόοδο, δηλαδή στην εξέλιξη προς ηθική βελτίωση όσον αφορά την αμοιβαιότητα, την αλληλεγγύη κ.λπ., είναι πια γενικά αποδεκτό ότι η όποια υλική πρόοδος δεν συνοδεύθηκε από αντίστοιχη ηθική πρόοδο. Αντίθετα, η εγκαθίδρυση της σύγχρονης κοινωνίας συνοδεύθηκε από μια σαφή τάση προς  αυξανόμενο εγωισμό και  ανταγωνισμό και τον ευτελισμό της ανθρώπινης ύπαρξης στα σημερινά δουλοπάζαρα για μετανάστες, ή στα μαζικά κολαστήρια που λέγονται φυλακές όπου κλειδώνονται οι πιο «άτακτοι» από τους μη προνομιούχους, για να μην αναφέρω τις «ελαστικές» αγορές εργασίας όπου η επιβίωση εξαγοράζεται με το στρες της ανασφάλειας.

Όμως, η σημερινή κατάρρευση του μύθου της Προόδου δεν σημαίνει φυσικά ότι θα πρέπει να επανέλθουμε στον θρησκευτικό σκοταδισμό, όπως προτείνουν οι δικοί μας Ελληνορθόδοξοι που επαναφέρουν τον λαό μας στον Βυζαντινό Μεσαίωνα,  ή γενικότερα στον ανορθολογισμό, όπως προτείνουν τα διάφορα ρεύματα στη Δύση (Νέα Εποχή, Ταοϊσμός κ.λπ.) που ξεπέρασαν μεν τον Δυτικό θρησκευτικό ανορθολογισμό για να πέσουν σε ...εξωτικά παρακλάδια του ανορθολογισμού. Είναι άλλο να επικρίνει κάποιος την επιστήμη και τη τεχνολογία όπως εξελίχθηκαν τα τελευταία διακόσια χρόνια, όχι άσχετα βέβαια από τις συνθήκες στις οποίες αναπτυσσόντουσαν (δηλ. τις συνθήκες που απαιτούσαν την ικανοποίηση των αναγκών του συστήματος της οικονομίας της αγοράς) και διαφορετικό να επικρίνει τις ίδιες τις πηγές γνώσης που, όσον αφορά τη φυσική και κοινωνική πραγματικότητα, δεν μπορεί παρά να είναι ο Λόγος και τα δεδομένα των αισθήσεων και όχι κάποια ...θεία Αποκάλυψη. Και είναι προφανώς άλλο να απορρίπτει κάποιος την ύπαρξη μιας και μοναδικής αλήθειας και εντελώς διαφορετικό να συμπεραίνει ότι όλες οι παραδόσεις, είτε στηρίζονται στη πραγματική φιλοσοφία, (δηλ. την αμφισβήτηση), είτε στο δόγμα, και είτε είναι από τη φύση τους δημοκρατικές είτε ολιγαρχικές, είναι ισότιμες. Εάν υπήρξε κάποια πρόοδος το τελευταίο τέταρτο του αιώνα ίσως αυτή συνίσταται στο γεγονός ότι αναγνωρίζεται πια ευρύτατα ότι το ίδιο το περιεχόμενο της Προόδου είναι θέμα συνειδητής επιλογής μεταξύ διαφορετικών παραδόσεων (με κριτήριο που δεν μπορεί να είναι άλλο από αυτό της ατομικής και κοινωνικής αυτονομίας) και όχι αποτέλεσμα κάποιων αδήριτων αντικειμενικών «νόμων» κοινωνικής ή φυσικής εξέλιξης ή, φυσικά, κάποιων θεϊκών δογμάτων.