(Ελευθεροτυπία, 30 Ιανουαρίου 1999)

Μαθητικά μπλόκα, καταλήψεις και δημοκρατία

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

Η μεγαλειώδης μαθητική εξέγερση που συντάραξε τη χώρα για μήνες δεν θα κριθεί από τα αντικειμενικά αποτελέσματα της σε σχέση με το συγκεκριμένο στόχο: την ανατροπή του ‘εκσυγχρονιστικού’ νόμου. Όπως και σε κάθε άλλη εξέγερση στην Ιστορία, τα αντικειμενικά αποτελέσματα είναι πάντα συνάρτηση του συσχετισμού δυνάμεων. Όταν, λοιπόν, οι περισσότερο συνειδητοποιημένοι από τους μαθητές είχαν ν αντιμετωπίσουν ένα ολόκληρο κρατικό μηχανισμό, τους συνοδοιπορούντες πολιτιστικούς θεσμούς (μαζικά μέσα, εκκλησία κ.λπ.) και ένα πανίσχυρο κομματικό μηχανισμό, είναι πράγματι αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι κατόρθωσαν να συνεχίσουν τον αγώνα τους για τόσο διάστημα. Ούτε βέβαια έχει σημασία ότι πολλοί από τους εξεγερμένους δεν είχαν σαφή ιδέα τι ακριβώς ήθελαν. Σπάνια οι εξεγερμένοι στην Ιστορία έχουν κάνει… βαθιά ανάλυση της κατάστασης. Αυτό που εξέφραζαν οι μαθητές ήταν η προσωπική τους εμπειρία από ένα άθλιο εκπαιδευτικό σύστημα και η υποψία τους ότι η ‘μεταρρύθμιση’ θα το αφήσει, στη καλύτερη περίπτωση, το ίδιο άθλιο, άδικο και καταπιεστικό, αν δεν το κάνει  χειρότερο.

Από την εξέγερση όμως αυτή δημιουργούνται σημαντικά οφέλη στη συνειδητοποίηση των μαθητών και των πολιτών γενικότερα. Και είναι αυτά τα ‘υποκειμενικά’ αποτελέσματα από τα οποία κρίνεται ιστορικά η σημασία μιας εξέγερσης. Το πρώτο σχετικό αποτέλεσμα είναι ότι έγινε πια καθολική συνείδηση, ότι το κυβερνών ‘σοσιαλιστικό’ κόμμα δεν διαφέρει πια σε τίποτα όχι μόνο στο επίπεδο της οικονομικής πολιτικής που πρεσβεύει, η οποία σε βασικές γραμμές είναι ταυτόσημη με αυτή της ‘επάρατης’ δεξιάς, αλλά ακόμη και στο επίπεδο του τρόπου αντιμετώπισης των λαϊκών αγώνων. Οι θεμιτοί και αθέμιτοι τρόποι τρομοκράτησης που χρησιμοποιεί η ‘σοσιαλιστική’ κυβέρνηση εναντίον κάθε λαϊκού κινήματος που αντιστέκεται στον σοσιαλφιλελευθερισμό είναι οι ίδιοι με τους τρόπους που θα χρησιμοποιούσε  μια οποιαδήποτε δεξιά κυβέρνηση. Επομένως το κυβερνών κόμμα έδειξε πια οριστικά ότι αποτελείται στη συντριπτική του πλειοψηφία από αδίστακτους επαγγελματίες πολιτικούς που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η διαχείριση (με το αζημίωτο) της εξουσίας. Το δεύτερο σημαντικό αποτέλεσμα είναι ότι πολλοί από τους μαθητές πήραν μια γεύση της σημασίας των εξουσιαστικών σχέσεων και δομών, οι οποίες σε τελική ανάλυση καθορίζουν το αποτέλεσμα κάθε αγώνα.

Το τρίτο σημαντικό αποτέλεσμα, στο οποίο θα άξιζε να σταθούμε περισσότερο λόγω της κρίσιμης επικαιρότητας του, αναφέρεται στη νομιμοποίηση διάφορων μορφών αγώνα και κυρίως των  καταλήψεων σχολείων, δρόμων κλπ. Είναι οι μορφές αυτές αγώνα συμβατές με τη δημοκρατία; Αρχικά μια παρατήρηση. Το γεγονός ότι οι επαγγελματίες πολιτικοί κατά κανόνα απορρίπτουν συλλήβδην ως μη δημοκρατικές παρόμοιες μορφές αγώνα δεν είναι βέβαια τυχαίο. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν οι μορφές αυτές αγώνα τώρα, αλλά και πάντα σχεδόν στο παρελθόν, συνοδευόντουσαν με νέες μορφές κοινωνικής οργάνωσης που παρέπεμπαν σε μια άλλη δημοκρατία από αυτή των επαγγελματιών πολιτικών. Σε μια άμεση δημοκρατία των μαζικών συνελεύσεων, όπου οι αποφάσεις παίρνονται από τους ίδιους τους πολίτες και όχι από επαγγελματίες ‘εκπρόσωπους’ τους. Το εάν επομένως οι καταλήψεις είναι συμβατές με την δημοκρατία η όχι εξαρτάται κατ’ αρχήν από τον ορισμό που δίνουμε στη δημοκρατία. Εάν ορίσουμε ως δημοκρατία το σημερινό καθεστώς, που ο Καστοριάδης εύστοχα αποκαλούσε ‘φιλελεύθερη ολιγαρχία’, τότε πράγματι οι καταλήψεις θα μπορούσαν να είναι ασύμβατες με την ‘δημοκρατία’ αυτή. Εάν όμως η δημοκρατία οριστεί, για παράδειγμα, με την κλασική της Αθηναϊκή έννοια, όπου οι ίδιοι οι πολίτες, χωρίς αντιπρόσωπους, παίρνουν τις αποφάσεις που τους αφορούν, τότε βέβαια δεν τίθεται θέμα ασυμβατότητας .  Αλλά ας δούμε κατά πόσο υπάρχει ασυμβατότητα μεταξύ δημοκρατίας και καταλήψεων σε σχέση με τις σημερινές συγκεκριμένες συνθήκες. Είναι γεγονός ότι:

πρώτον, το εκλογικό σώμα δεν ρωτήθηκε ποτέ και επομένως δεν έδωσε στην παρούσα κυβέρνηση καμία ειδική εντολή για  τις συγκεκριμένες  αλλαγές στην εκπαίδευση (η, αντίστοιχα, τον αγροτικό τομέα η οποιοδήποτε άλλο τομέα). Όπως είναι γνωστό, τα εκλογικά προγράμματα βρίθουν από γενικολογίες και αοριστολογίες που συνήθως δεν δεσμεύουν κανένα για τίποτα.

δεύτερον, το εκλογικό σώμα γενικά, αλλά και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι (μαθητές και εκπαιδευτικοί) ειδικότερα, δεν έλαβαν ποτέ μέρος σε κάποιο ουσιαστικό διάλογο πριν να περαστεί ο σχετικός νόμος. Το πως δε περνούν οι νόμοι από την βουλή αποτελεί μάλλον ανέκδοτο όταν ‘συζητούνται’ συνήθως από μια δράκα βουλευτών στο καλοκαιρινό τμήμα και αποφασίζονται όχι από ‘βουλευτές’ με την αρχαιοελληνική έννοια του βουλευόμενου αλλά από στρατιώτες λόχου, η πρόβατα κοπαδιού. Και αυτό, διότι στη σημερινή ‘δημοκρατία’ ο διαχωρισμός των εξουσιών αποτελεί κακόγουστο παραμύθι. Όπως είναι γνωστό, η κυβέρνηση εισάγει τους νόμους, όποιοι από το κυβερνών κόμμα δεν τους υπερψηφίζουν συνήθως διαγράφονται (ανυπαρξία διάκρισης νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας) η ίδια κυβέρνηση τους εκτελεί και η ίδια κατόπιν αναθέτει στους εισαγγελείς να συλλαμβάνουν όποιους αντιστέκονται στους νόμους αυτούς, (ή άλλους που έχουν περάσει κατά παρόμοιο τρόπο και καθιστούν παράνομη κάθε μορφή αντίστασης που πραγματικά θα εμπόδιζε την εφαρμογή τους).

τρίτον, η διαδικασία με την οποία η βουλή υποτίθεται ότι ασκεί έλεγχο στη κυβέρνηση για συγκεκριμένο νόμο, όπως αυτόν της μεταρρύθμισης, μόνο τυπική σχέση έχει με τη δημοκρατία, όποιο ορισμό και εάν της δώσουμε. Η ψήφος εμπιστοσύνης η δυσπιστίας αποτελεί σαφές παράδειγμα τυπικών δημοκρατικών διαδικασιών, εφόσον το αποτέλεσμα είναι προκαθορισμένο με βάση τα κομματικά κουκιά και κανένα π.χ. από τα μέλη του κυβερνητικού λόχου δεν θα διενοείτο να κάνει ατομική επανάσταση (άλλο η περίπτωση συνωμοσίας μιας κομματικής φράξιας) για λόγους αρχής, πράγμα που θα τον εξαφάνιζε από το πολιτικό πρoσκήνιο.

τέταρτον, ο υποτιθέμενος ‘διάλογος’ εκ των υστέρων, όπως ο ‘διάλογος’ του υπουργού με τους μαθητές ή τους εκπαιδευτικούς. δεν έχει καμία σχέση με την δημοκρατία, όπως και να την ορίσουμε.  Διότι βέβαια ένας παρόμοιος διάλογος δεν έχει κανένα ουσιαστικό περιεχόμενο όταν σε αυτόν δεν συζητείται η ουσία του νόμου, στη διαμόρφωση του οποίου οι άμεσα ενδιαφερόμενοι δεν πήραν ούτε άμεσα ούτε έμμεσα μέρος, αλλά απλώς η εφαρμογή του και πιθανώς κάποιες επουσιώδεις τροπολογίες.

Βέβαια το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό αφού ανάλογες καταστάσεις (λιγότερο χοντροκομμένες εφόσον τηρούνται περισσότερο κάποια προσχήματα) παρατηρούνται σε όλες τις σημερινές ‘δημοκρατίες’. Και αυτό, διότι η μορφή φιλελεύθερης «δημοκρατίας» που κυριάρχησε στη Δύση κατά τους δυο τελευταίους αιώνες δεν είναι καν μια αντιπροσωπευτική «δημοκρατία», αλλά μια αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση, δηλαδή μια διακυβέρνηση του λαού από τους αντιπροσώπους του. Έτσι, όπως επισημαίνει σχετικά ο B. Parekh: «οι αντιπρόσωποι εκλέγονται από το λαό, αλλά από τη στιγμή που εκλέγοντα παραμένουν ελεύθεροι να διαχειρίζονται τις δημόσιες υποθέσεις κατά τη δική τους κρίση. Αυτός ο πολύ αποτελεσματικός τρόπος εξουδετέρωσης των συνεπειών της καθολικής ψήφου βρίσκεται στον πυρήνα της φιλελεύθερης δημοκρατίας»[1]. Πράγμα βέβαια που κάνει ακόμη πιο φανερή την κρίσιμη διαφορά μεταξύ της δυτικής αντίληψης της δημοκρατίας και της Αθηναϊκής. Το δόγμα που επικράτησε στην Ευρώπη μετά τη Γαλλική Επανάσταση ήταν ότι ο εκλεγμένος αντιπρόσωπος εθεωρείτο  ανεξάρτητος δημιουργός των εθνικών νόμων και πολιτικών και όχι απλώς εντολοδόχος των ψηφοφόρων του.[2] Αντίθετα, στην αθηναϊκή αντίληψη της δημοκρατίας, ο διαχωρισμός της κυριαρχίας από την άσκησή της ήταν άγνωστη, καθώς και ο σημερινός διαχωρισμός της κοινωνίας από το κράτος.

Αυτό, βέβαια δεν σημαίνει ότι η Αθηναϊκή δημοκρατία μπορεί να χρησιμεύσει ως πρότυπο σήμερα. Θα μπορούσε όμως να χρησιμεύσει ως σπέρμα για τη διαμόρφωση μιας περιεκτικής δημοκρατίας (άμεσης, οικονομικής, κοινωνικής και οικολογικής) κατάλληλης για την νέα χιλιετία που ανατελλει.[3] Και φαινεται οτι οι τόσο δυσφημισμένοι από θρασύτατους επαγγελματίες πολιτικούς μαθητές έχουν ήδη λάβει το μήνυμα των καιρών όταν δηλώνουν ότι ‘βασικό χαρακτηριστικό (του σχολείου που ονειρεύονται) θα είναι η άμεση δημοκρατια’[4]

 

 


 

[1] B. Parekh στο Prospects for Democracy, David Held, επίμ. (Polity, 1993)

[2] Αnthony H. Birch, The Concepts and Theories of Modern Democracy (Routledge, 1993), σελ. 58

[3] Βλ.  T. Fotopoulos, Towards an Inclusive Democracy (Cassell, 1997) —υπό έκδοση από τον Καστανιώτη

[4] Κείμενο Πρωτοβουλίας μαθητών κατειλημμένων σχολείων (Εποχή, 24/1/99)