Περιεκτική Δημοκρατία, τεύχος 2 (Ιούνιος 2001)


Επιστήμη και τεχνολογία στην κοινωνία μας

Για ποιον δουλεύει η τεχνο-επιστήμη σήμερα;

 

printable version

 

ΠΑΥΛΟΣ ΦΡΑΓΚΟΣ

 

 

Με αφορμή το σκάνδαλο των βλημάτων απεμπλουτισμένου ουρανίου, που χρησιμοποιήθηκαν κατά τους βομβαρδισμούς του NATO εναντίον της Γιουγκοσλαβίας, επανήλθε στο προσκήνιο το πρόβλημα της επιστημονικής ακαδημαϊκής κοινότητας, δίνοντάς μας την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε την επιστημονική αυθεντία ακόμη μία φορά σε ρόλο καθησυχαστικό της κοινής γνώμης. Μέσα από διάτρητα επιστημονικά πορίσματα «κατά παραγγελία» πολλοί ερευνητές διεθνών επιστημονικών κέντρων αποδεικνύονται τουλάχιστον συνένοχοι μιας πολιτικής ηγεσίας υπόλογης, ως μέλος του NATO, του μαζικού εγκλήματος που αυτό διέπραξε κατά των λαών της Γιουγκοσλαβίας, της Βαλκανικής συνολικά, αλλά ακόμη και των στρατιωτών του.

 

H ανάπτυξη των επιστημών από την εποχή της Αναγέννησης συμβάδισε με την ανάπτυξη της οικονομίας της αγοράς. Για πρώτη φορά στην ιστορία, οι φυσικές επιστήμες έτειναν να γίνουν άμεση παραγωγική δύναμη και την ίδια στιγμή εμπόρευμα, μέσω των τεχνολογικών εφαρμογών. Οι απολογητές της οικονομικής ελίτ της οικονομίας της αγοράς που τότε αναδύθηκε είχαν συνείδηση της δύναμης της αναδυόμενης επιστήμης. Η οποία θα μπορούσε να τεθεί στην υπηρεσία του στόχου για την αέναη οικονομική ανάπτυξη που επέβαλε το σύστημα της οικονομίας της αγοράς. H αισιόδοξη προοπτική των αστών ιδεολόγων, η ουτοπία για την κοινωνία της αφθονίας, συνολικά η ιδεολογία της προόδου αλλά και αυτή της ανάπτυξης τράφηκαν και από την αντίληψη για τις δυνατότητες που δημιουργούσε η ανάπτυξη των επιστημών. H εξουσιαστική ιδεολογία της προόδου επηρέασε και τους κλασικούς του μαρξισμού. Πολύ περισσότερο, τους επίγονους με φανερά έκδηλες τις συνέπειες στην εποχή μας.

 

H ανάπτυξη των επιστημών συνδέθηκε εγγενώς με την ανάπτυξη του οικονομίας της αγοράς. Αλλά η ανάπτυξη της οικονομίας της αγοράς έδειξε από την αρχή το συγκρουσιακό και βάρβαρο χαρακτήρα της υπό διαμόρφωση κοινωνίας: ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας στην υπηρεσία της οικονομίας της αγοράς/ανάπτυξης, που πέρα από οποιεσδήποτε θετικές επιπτώσεις βασικά συνεπαγόταν τη συνεχή συγκέντρωση οικονομικής δύναμης και πλούτου και τη καταστροφή του περιβάλλοντος.

 

Η αντίληψη η οποία επικράτησε στη Δύση από τον καιρό του Διαφωτισμού ότι η επιστήμη και η τεχνολογία επιτρέπουν τον ανθρώπινο έλεγχο της φύσης σε μια αέναη διαδικασία προόδου και χειραφέτησης έχει όμως τεθεί σε σοβαρή δοκιμασία τα τελευταία χρόνια. Αντικείμενο αμφισβήτησης έγινε όχι μόνο η αντικειμενικότητα και ουδετερότητα της επιστήμης αλλά, επίσης, η αυτονομία της τεχνολογίας. Επιπλέον, ένα σοβαρότερο θέμα που έχει τεθεί αφορά το δημοκρατικό χαρακτήρα της σημερινής επιστήμης και τεχνολογίας. Η κρίση της τεχνοεπιστήμης ήρθε στην επιφάνεια περίπου 30 χρόνια πριν όταν, από τη μια μεριά, αμφισβητήθηκε η επιστημονική διαδικασία δημιουργίας «αντικειμενικών αληθειών» και, από την άλλη, επισημάνθηκαν οι αρνητικές κοινωνικές και οικολογικές επιπτώσεις της σημερινής τεχνολογίας. Η κρίση της επιστήμης είχε ιδιαίτερα καταστροφικές συνέπειες σε σχέση με την αληθοφάνεια των ερμηνειών που αφορούσαν κοινωνικά και οικονομικά φαινόμενα.

 

Η επιστήμη παίζει διπλό ρόλο σε σχέση με την αναπαραγωγή της οικονομίας ανάπτυξης. Πρώτα απ’ όλα ένα σημαντικό ιδεολογικό ρόλο σε σχέση με την δικαίωση της οικονομίας ανάπτυξης. Όπως η θρησκεία έπαιζε ένα σημαντικό ρόλο στην δικαίωση της φεουδαρχικής ιεραρχίας, αντίστοιχα, η επιστήμη παίζει ένα κρίσιμο ρόλο στη δικαίωση της σύγχρονης ιεραρχικής κοινωνίας. Από τη στιγμή που η επιστήμη αντικατέστησε τη θρησκεία ως η κυρίαρχη κοσμοαντίληψη δεν έπαψε να δικαιώνει την οικονομία ανάπτυξης, τόσο στην καπιταλιστική όσο και στην σοσιαλιστική εκδοχή της.

 

Ο δεύτερος σημαντικός λειτουργικός ρόλος της επιστήμης εστιάζεται στην υλική αναπαραγωγή της οικονομίας ανάπτυξης, μέσω της καθοριστικής συμβολής της στη προσπάθεια κυριάρχησης του φυσικού κόσμου και μεγιστοποίησης της ανάπτυξης. Τα αποτελέσματα της οικονομικής ανάπτυξης πάνω στη φύση και κατά συνέπεια στην ποιότητα της ζωής έθεσαν σε αμφισβήτηση το λειτουργικό ρόλο της επιστήμης στη προώθηση της προόδου.

 

Η τεχνολογία και συνακόλουθα οι φυσικές επιστήμες παίζουν σημαντικό ρόλο στην ατομική και κοινωνική ελευθερία. Με αφετηρία τη διαπίστωση ότι η οικονομία της αγοράς είναι ένα οικονομικό και κοινωνικό σύστημα βασισμένο στην άνιση κατανομή εξουσίας, είναι γεγονός ότι η τεχνολογία αντικατοπτρίζει αυτές τις ανισότητες, επειδή ακριβώς η τεχνοεπιστήμη δεν εξελίσσεται σ’ ένα κοινωνικό κενό. Επομένως η σύγχρονη τεχνοεπιστήμη δεν είναι ούτε «ουδέτερη», ούτε αυτόνομη, αντίθετα καθορίζεται από τις σχέσεις εξουσίας που συνεπάγεται το συγκεκριμένο σύμπλεγμα κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών θεσμών που χαρακτηρίζει την οικονομία αγοράς/ανάπτυξης και το κυρίαρχο κοινωνικό παράδειγμα, δηλ. το σύστημα πεποιθήσεων, ιδεών και των αντίστοιχων αξιών που συνδέεται μ’ αυτούς τους θεσμούς.

 

Η εφαρμοσμένη επιστήμη και η τεχνολογία δεν είναι ουδέτερη ως προς τη λογική και τη δυναμική της οικονομίας της αγοράς. Παρ’ όλα αυτά, η επιστήμη θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ανήκει στη παράδοση της αυτονομίας τόσο από την άποψη των μεθόδων που χρησιμοποιεί, όσο και από την άποψη του περιεχομένου της (απομυθοποίηση δοξασιών κ.λπ.). Αυτό λοιπόν, που χρειάζεται σήμερα δεν είναι η απόρριψη της επιστήμης ή του ίδιου του ορθολογισμού στην ερμηνεία των κοινωνικών φαινομένων, αλλά η υπέρβαση του αντικειμενικού ορθολογισμού και η ανάπτυξη ενός νέου είδους δημοκρατικού ορθολογισμού ο οποίος θα μας οδηγήσει σε μια δημοκρατική, απελευθερωτική τεχνοεπιστήμη.

 

Έτσι λοιπόν, θεωρούμε ότι η δημοκρατική επιστήμη και τεχνολογία προϋποθέτει: Πρώτον, Πολιτική Δημοκρατία, ώστε να είναι δυνατή η καθιέρωση αποτελεσματικού ελέγχου των πολιτών πάνω στην επιστημονική έρευνα και την τεχνολογική καινοτομία, Δεύτερον, Οικονομική Δημοκρατία, ώστε να μπορεί να εκφραστεί αποτελεσματικά στην έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη το γενικό οικονομικό συμφέρον των συνομοσπονδιοποιημένων δήμων, σε αντίθεση με το μερικό συμφέρον των οικονομικών ελίτ, Τρίτον, Οικολογική Δημοκρατία, ώστε η τεχνο-επιστήμη να υπηρετήσει το στόχο της ενσωμάτωσης της κοινωνίας στη φύση και, Τέταρτον, Δημοκρατία στο Κοινωνικό Πεδίο, δηλαδή ίση συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο εργοστάσιο, το γραφείο, το νοικοκυριό, το επιστημονικό εργαστήριο κ.λπ., ώστε η εξαφάνιση των ιεραρχικών σχέσεων στην παραγωγή, την έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη να εξασφαλίζει όχι μόνον ένα δημοκρατικό περιεχόμενο για την επιστήμη και την τεχνολογία, αλλά και δημοκρατικές διαδικασίες στην επιστημονική και τεχνολογική ανάπτυξη και συλλογικό έλεγχο από τους επιστήμονες και τεχνολόγους. Με άλλα λόγια, η δημοκρατική επιστήμη και τεχνολογία προϋποθέτει την Περιεκτική Δημοκρατία.