(Ελευθεροτυπία, 25 Ιουνίου 2005) 


 

«Kάντε την Φτώχεια Iστορία»

άλλος ένας ρεφορμιστικός μύθος

 

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

 

Το «θερμό καλοκαίρι» κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, που ξεκίνησε με τα βροντερά «όχι» στο Ευρωσύνταγμα, συνεχίζεται, τόσο στη χώρα μας, όσο και σε διεθνές επίπεδο. Στη χώρα μας, αυτές τις μέρες σημειώθηκε μια μαζική κινητοποίηση εργαζόμενων με αφορμή την από μέρους της νεοδημοκρατικης κυβέρνησης συνέχιση και ένταση των ΠΑΣΟΚικων πολιτικών που απορρέουν από την ενσωμάτωση της χώρας στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς (ιδιωτικοποιήσεις, ασφαλιστικό, ελαστικότητα εργασίας κλπ). Φυσικά, τα κόμματα εξουσίας, όπως πάντα, προσπάθησαν να αποπροσανατολίσουν το κίνημα αυτό, όχι μόνο μέσα από θεατρικές παραστάσεις στην Βουλή αλλά, το κυριότερο, μέσα από τις κομματικοποιημένες ηγεσίες στα συνδικάτα οι οποίες, ‘κατά σύμπτωση’, θυμούνται την αντίσταση στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές μόνο όταν βρίσκεται στην αντιπολίτευση το κόμμα που υποστηρίζουν (το οποίο θα εφάρμοζε ακριβώς τις ίδιες πολιτικές εάν ήταν αυτό στην εξουσία)!

Στο διεθνές επίπεδο, ο αγώνας κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης παίρνει ιδιαίτερες διαστάσεις εκεί όπου είναι αδέσμευτος από κομματικές εξαρτήσεις που συνήθως οδηγούν σε ανώδυνα (για τις ελιτ) αιτήματα. Έτσι, η Βολιβία για παράδειγμα, συγκλονίζεται εδώ και χρόνια από αλλεπάλληλες εξεγέρσεις  που προκάλεσαν οι πολιτικές ενσωμάτωσης της χώρας στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση και ιδιαίτερα η ιδιωτικοποίηση την περασμένη δεκαετία του κυριοτέρου ενεργητικού της, του φυσικού αερίου. Σήμερα 80% του πληθυσμού ζει στη φτώχεια, χωρίς τρεχούμενο νερό, ηλεκτρικό, ούτε καν… φυσικό αέριο,[1]  ενώ παράλληλα το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού είναι 44 φορές πιο πλούσιο από το φτωχότερο 20%![2] Το αποκορύφωμα ήταν η δολοφονία 70 διαδηλωτών πριν δυο χρόνια που οδήγησε πέρυσι σε δημοψήφισμα  με δήθεν στόχο την επαναφορά του εθνικού έλεγχου πάνω στην ενέργεια που ζητούσαν οι διαδηλωτές. Όταν όμως αποκαλύφθηκε σύντομα ότι ο πραγματικός στόχος του δημοψηφίσματος ήταν η παραπλάνηση του λαού και η φτώχεια συνέχισε να καλπάζει στη φτωχότερη χώρα της Λατ. Αμερικής (που έχει όμως τα μεγαλύτερα μετά την Βενεζουέλα αποθέματα αερίου), τότε, ένα αυθόρμητο κίνημα Βολιβιανών Ινδιάνων μπλοκάρισε την πρώτευσα με βασικό αίτημα την επανεθνικοποιηση του αερίου, του οποίου τα οφέλη από την εκμετάλλευση εισέπρατταν βασικά οι ξένες επιχειρήσεις. Η νέα έκρηξη ανάγκασε την πολιτική ελιτ να υποχρεώσει σε παραίτηση τον Πρόεδρο της χώρας και να δεσμευθεί για νέες εκλογές, ελπίζοντας σε μια εκτόνωση της εκρηκτικής κατάστασης. Παρά τις μανούβρες αυτές όμως της πολιτικής ελιτ, οι Βολιβιανοί παραμένουν αμετακίνητοι στο αίτημα τους για επανεθνικοποιηση του φυσικού αερίου…

Αντίθετα, όσον αφορά την Αφρική, που την έχει πάρει υπό την προστασία της ένα τμήμα της ρεφορμιστικής Αριστεράς και οργανώνει μαζικές εκδηλώσεις στην Σύνοδο Κορυφής των «8», την επόμενη εβδομάδα στην Σκοτία, με σύνθημα «κάντε τη φτώχεια  Ιστορία», οι προοπτικές είναι δυσοίωνες. Χιλιάδες ακτιβιστων αναμένεται να συγκεντρωθούν στις 2 Ιούλη στο Εδιμβούργο, με αιτήματα την άρση των χρεών, μεγαλύτερη βοήθεια και δικαιότερο εμπόριο στις φτωχές χώρες και κυρίως τις Αφρικάνικες. Οι σοσιαλφιλελέυθεροι όμως ήδη φρόντισαν να τους «αδειάσουν», χαρίζοντας τα δάνεια στις Αφρικάνικες χώρες και αυξάνοντας την βοήθεια. Φυσικά, παρόμοια μέτρα δεν πρόκειται να μειώσουν την φτώχεια εφόσον βασικά ωφελούν τις Αφρικάνικες ελιτ και την υπερεθνική ελιτ. Η Αφρική ήδη διαθέτει 100.000 εκατομμυριούχους και για κάθε 1.500 Ευρω Αφρικάνικου χρέους και  τοκοχρεολυσίων  οι Αφρικάνικες ελιτ εξάγουν 2.170 Ευρω σε ξένες τράπεζες και επενδύσεις. Οι ίδιες ελιτ έχουν ήδη εισπράξει το ισοδύναμο 6 σχεδίων Μάρσαλ για βοήθεια.[3]  Όλα αυτά φυσικά με το αζημίωτο για την υπερεθνική ελιτ. Ο Μπλερ και ο διάδοχος του Μπραουν, επομένως, δικαιολογημένα αγωνίζονται για την αύξηση της βοήθειας στην Αφρική όταν ξέρουν ότι μόνο οι Βρετανικές πωλήσεις όπλων τα τελευταία τέσσερα χρόνια έφθασαν το ύψος-ρεκόρ του 1,5 δισεκατομμυρίων Ευρω.[4]

Όμως και τα άλλα μέλη της υπερεθνικής ελιτ έχουν κάθε λόγο να επιθυμούν την αύξηση της βοηθείας  όταν ξέρουν ότι η Αφρική, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, προσφέρει την μεγαλύτερη αποδοτικότητα ξένων επενδύσεων από κάθε άλλη περιοχή στον κόσμο,[5] πράγμα που προκαλεί εξοντωτικό ανταγωνισμό μεταξύ πολυεθνικών για την εξαγορά κάθε ιδιωτικοποιουμενης πλουτοπαραγωγικής πηγής της πλούσιας σε φυσικούς πόρους Αφρικής.[6] Στο μεταξύ, το άνοιγμα των αγορών της Αφρικής και οι ιδιωτικοποιήσεις[7] (που επιβάλλει η υπερεθνική ελιτ ως όρο για κάθε δανειο/βοηθεια) ήδη κατέστρεψαν την ντόπια αγροτική παραγωγή και η Αφρική κατέχει το θλιβερό προνόμιο να είναι η μόνη ήπειρος όπου η αγροτική παραγωγή μειώθηκε τα τελευταία 25 χρόνια.[8] Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι η πείνα θερίζει και σήμερα, σύμφωνα με τον ΟΗΕ,  4,8 εκατομμύρια παιδιά τον χρόνο πεθαίνουν πριν γίνουν 5 χρόνων στην υπό-Σαχαρεια Αφρική.[9] Συγχρόνως, οι ιδιωτικοποιήσεις των επιχειρήσεων παροχής νερού που επιβάλλουν οι υπερεθνικοί τραπεζίτες ήδη έχουν οδηγήσει δυο δισεκατομμύρια ανθρώπων, κυρίως στην Αφρική, στη στέρηση καθαρού νερού.

Εάν όμως το τμήμα αυτό της ρεφορμιστικής Αριστεράς ονειροβατεί όταν υποστηρίζει ότι η φτώχεια θα γίνει ιστορία με προτάσεις σαν τις παραπάνω, αυτό δεν σημαίνει ότι το «ριζοσπαστικότερο» κομμάτι της που οργανώνει εκδηλώσεις στο πλαίσιο του Κοινωνικού Φόρουμ είναι λιγότερο αιθεροβάμον. Με κεντρικό σύνθημα τους το γνωστό (και ανώδυνο στην αοριστία του) “ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός” οι ακτιβιστες αυτοί προγραμματίζουν συζητήσεις για ‘εναλλακτικές λύσεις’ από γκουρού  του κινήματος αυτού όπως οι Tζορτζ Mόνμπιο, Σούζαν Tζορτζ, Tζον Πίλτζερ,  κ.α., οι οποίοι φυσικά δεν έθεσαν ποτέ θέμα αμφισβήτησης του ίδιου του συστήματος της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς. Ο Μονμπιο,[10] για παράδειγμα, τάσσεται τόσο εναντίον της κατάργησης της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εμπορίου, της οποίας  ζητά απλώς την «δημοκρατικοποίηση», όσο και κατά της ενίσχυσης της αυτοδυναμίας των περιφερειακών χωρών, με βάση αντιφατικά επιχειρήματα που προκύπτουν από την σιωπηρή παραδοχή του συστήματος της οικονομίας της αγοράς, τα οποία καταλήγουν σε δήθεν «ρεαλιστικές» προτάσεις που απαιτούν δεσμευτικούς κανόνες… καλής συμπεριφοράς για τις πολυεθνικές, τη καθιέρωση της δυνατότητας των περιφερειακών χωρών να προστατεύουν τις ‘νηπιακές βιομηχανίες’ τους και άλλα παρόμοια!   

Συμπερασματικά, το ερώτημα που γεννάται από παρόμοιες δραστηριότητες είναι μήπως το κύριο πρόβλημα των οπαδών της ρεφορμιστικής Αριστεράς, που συνήθως ανήκουν στα μεσαία στρώματα, δεν είναι η υπέρβαση των αιτίων της σημερινής βαρβαρότητας που ανάγονται στο ίδιο το σύστημα της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς (την οποία δεν αμφισβητούν), αλλά απλώς η υπέρβαση των προσωπικών τους τύψεων…

 


 

[1] Jimmy Langman, ‘Gas plans split Bolivian voters’, The Guardian, 19/7/04

[2] Jimmy Langman, ‘Bolivia on brink as gas protests block capital’, The Guardian, 3/6/05 

[3] Martin Kettle, ‘The naive lead the naive in a campaign of liberal guilt’, Guardian, 7/6/05 

[4] Antony Barnett, ‘UK arms sales to Africa reach £1 billion mark’,  Observer, 12/6/05  

[5] World Bank, Global Development Finance Report 2003  

[6] David Leigh and David Pallister, ‘ Revealed: the new scramble for Africa’,  Guardian , 1/6/05

[7] John Vidal, ‘Public backlash over private water deals’, Guardian, 25/5/05

[8] βλ Jacques Diouf, ‘The case of an agricultural exception’, Le Monde diplomatique, December 2004 και  Αndré Linard, ‘Cotton slump in Africa’, Le Monde diplomatique,  September 2003

[9] Larry Elliott, ‘Africa still on road to disaster, says UN’, Guardian, 8/6/05

[10] βλ G. Monbiot, ‘I was wrong about trade’ Guardian, 24/6/03 και την τριλογια του  σχετικά με  ένα «δίκαιο εμπόριο» Guardian, 2, 9 & 16/9/2003