Η αδιαφορία των Ευρωεκλογέων

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

(Ελευθεροτυπία, 2004/6/12) 

 

Μέσα σε γενική πανευρωπαϊκή αδιαφορία, διεξάγονται αύριο οι Ευρωεκλογές για την ανάδειξη των μελών της Ευρωβουλής, ενός σώματος με λιγότερες τυπικές και ουσιαστικές εξουσίες και από αυτές των εθνικών κοινοβουλίων, οι οποίες συρρικνώνονται συνεχώς. Το γεγονός αυτό, από μόνο του, θα μπορούσε να εξηγήσει την γενική αδιαφορία που εκφράζουν τα πελώρια ποσοστά αποχής, τα οποία ξεπερνούν και αυτά των εθνικών εκλογών που είναι ήδη σημαντικά και αυξανόμενα. Όταν στις τελευταίες ευρωεκλογές ο μέσος όρος συμμετοχής έπεσε κάτω από το μισό του εκλογικού σώματος από 63% που ήταν στις πρώτες άμεσες ευρωεκλογές  του 1979 ενώ σε χώρες σαν την Βρετανία δεν έφτασε καν το ένα τέταρτο των ψηφοφόρων, είναι φανερό ότι οι εκλογές αυτές έχουν ελάχιστη σημασία για την πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτών. Η εντύπωση μάλιστα αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι οι περισσότεροι από αυτούς που μετέχουν στις Ευρωεκλογές ψηφίζουν βασικά με κομματικά κριτήρια της χώρας τους, ενώ άλλοι  ψηφίζουν απλώς για να εκφράσουν την αντίθεση τους στην ΕΕ με διεθνιστικά ή κάποτε εθνικιστικά κριτήρια Ούτε, βέβαια, η μακροπρόθεσμη πτωτική τάση θα μεταβληθεί από τυχόν πρόσκαιρη αύξηση των ποσοστών συμμετοχής στις φετινές εκλογές, λόγω της παρθενικής συμμετοχής των  ενθουσιωδών «νεοφώτιστων» από τις νεοενταχθείσες χώρες που δεν έχουν ακόμη γευτεί τα «ευεργετήματα» της ένταξης!

 

Σημαντικό, επομένως, μέρος της αδιαφορίας των Ευροεκλογέων εξηγείται από το γεγονός ότι οι εκλογές αυτές έχουν ελάχιστη σημασία για την ζωή τους. Αυτό βέβαια δεν ισχύει και για τους ίδιους τους υποψήφιους Ευρωβουλευτές, για τους οποίους μια θέση στην Ευρωβουλή, (ιδιαίτερα στην Ελλάδα όπου εκλέγονται απλώς αν απολαύουν την κομματική εύνοια που θα τους εξασφαλίσει εκλόγιμη θέση στη λίστα), είναι περιζήτητη, εφόσον το «Ευρωβουλευτιλίκι» είναι άκρως προσοδοφόρο επάγγελμα. Στην Ευρώπη άλλωστε είναι γνωστό το σκάνδαλο των Ευρωβουλευτών, με τις πολύ παχυλές αμοιβές, τα δωρεάν ταξίδια και τα αλλά «έξοδα παραστάσεως» που εξομοιώνονται με αυτά των διευθυντικών στελεχών μεγάλων καπιταλιστικών εταιριών (Kamal Ahmed, The Observer, 5/5/02) και έχουν ως αποτέλεσμα ότι δυο συνεχείς θητείες στην Ευρωβουλή είναι συνήθως αρκετές για να πλουτίσουν ένα Ευρωβουλευτή και να του εξασφαλίσουν γενναιόδωρη σύνταξη —εξαιρούνται βέβαια οι Ευρωβουλευτές που, προς τιμή τους, διαθέτουν όλα τα υπέρογκα έσοδα από το Ευρωβουλευτιλίκι για κάποιο κοινωφελή σκοπό, ή  για την στήριξη του αγώνα του κόμματος τους (π.χ. ΚΚΕ).

 

Όμως, ο βασικός λόγος που εξηγεί την αυξανόμενη αδιαφορία των ψηφοφόρων για τις Ευρωεκλογές ανάγεται στη γενικότερη δραστική μείωση των ποσοστών επιδοκιμασίας της ΕΕ που φανερώνουν όλες οι δημοσκοπήσεις, ακόμη και μεταξύ λαών όπως ο Γερμανικός που ήταν, ιστορικά, από τους πιο ενθουσιώδεις υπέρ της ΕΕ. Και δεν μιλώ φυσικά για χώρες όπως η Βρετανία όπου πάντα πλειοψηφούσαν οι πολέμιοι της ΕΕ. Είναι άραγε απλώς εθνικιστικοί οι λόγοι που εκατομμύρια Ευρωπαίων αποδοκιμάζουν την σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως υποστηρίζει κυρίως η ρεφορμιστική Αριστερά για να συγκαλύψει την ενσωμάτωση της στην Ευρώπη των αγορών και του κεφαλαίου πράγμα που θέτει το αμείλικτο ερώτημα γιατί έτσι απότομα αυξήθηκαν οι… εθνικιστές; ή μήπως η άρνηση αυτή εκφράζει τη γενικότερη αποδοκιμασία των λαϊκών στρωμάτων για αυτό που είναι σήμερα η «κοινή Ευρώπη»;

 

H ένωση των Ευρωπαϊκών λαών ήταν βέβαια παλιό όνειρο και τα τρία βασικά ρεύματα που διαμορφώθηκαν, ιδιαίτερα μετά την επανάσταση του 1917, ήταν, από τη μια μεριά, τα αντισυστημικά σοσιαλιστικά, που υποστήριζαν το όραμα μίας σοσιαλιστικής Ευρώπης σαν πρώτο βήμα στο κτίσιμο μιας παγκόσμιας αταξικής κοινωνίας, και, από την άλλη, τα φιλελεύθερα και σοσιαλδημοκρατικά που υποστήριζαν μια συνομοσπονδιακή, ομοσπονδιακή ή απλά οικονομική ένωση των Ευρωπαϊκών κρατών (βλ. Περιεκτική Δημοκρατία* του υπογράφοντος, Καστανιώτης). Τα  σοσιαλδημοκρατικά ρεύματα, που υποστήριζαν κάποιες μεταρρυθμίσεις για μεγαλύτερη κοινωνική δικαιοσύνη, καθώς και τα φιλελεύθερα, έπαιρναν δεδομένη την οικονομία της αγοράς και την αντιπροσωπευτική «δημοκρατία». 

 

Η σημερινή «Ευρώπη» αποτελεί συγκερασμό της φιλελεύθερης και σοσιαλδημοκρατικής μετεξέλιξης της. Ξεκίνησε ως φιλελεύθερη ένωση, όταν φούντωνε ο Ψυχρός Πόλεμος και η Pax Americana, της οποίας απολάμβανε και την σαφή υποστήριξη. Ο προφανής στόχος ήταν να αναχαιτιστεί η «Σοβιετική απειλή» και συγχρόνως να περικοπεί η δύναμη των δυτικό-ευρωπαϊκών ΚΚ, αλλά και να μεγιστοποιηθεί η  επέκταση των ελευθέρων αγορών και του παγκόσμιου εμπορίου που ήταν άλλωστε και η αποστολή των νέων οικονομικών θεσμών (ΔΝΤ και Διεθνής Τράπεζα) που κτίστηκαν μεταπολεμικά από το διεθνές κεφάλαιο, πρωτοστατούντος του ηγεμονικού Αμερικανικού. Η Συνθήκη της Ρώμης που έθεσε τις βάσεις της σημερινής ΕΕ ρητά όριζε ότι στόχος είναι «η αρμονική ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου» (αρ 110). Στη συνέχεια, η «ενωμένη Ευρώπη», στη διάρκεια της σοσιαλδημοκρατικής συναίνεσης μέχρι τα μέσα περίπου της δεκαετίας ’70, άρχισε να παίρνει σοσιαλδημοκρατικές αποχρώσεις όταν έγιναν  προσπάθειες να κτιστεί ένα Ευρωπαϊκό «κοινωνικό» μοντέλο. 

 

Τέλος, με την άνοδο της σημερινής νεοφιλελεύθερης συναίνεσης, που σφράγισαν η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη του 1986, η Συνθήκη του Μάαστριχτ για την ΕΕ το 1992 και οι συνθήκες Άμστερνταμ (1997) και Νίκαιας (2000), καθιερώθηκε η σημερινή νεοφιλελεύθερη ΕΕ, δηλαδή οι ανοικτές και ελεύθερες αγορές εμπορευμάτων και κεφαλαίου, οι ελαστικές αγορές εργασίας κλπ. Η συνέπεια είναι η σημερινή κατάρρευση του «κοινωνικού μοντέλου» που οδηγεί στη προϊούσα κατάρρευση και των υπολειμμάτων της σοσιαλδημοκρατικής συναίνεσης στην Γερμανία, τις Σκανδιναβικές χώρες κ.α. Έτσι, αντί για την πλήρη απασχόληση που υποσχόταν το μοντέλο αυτό, σήμερα η επίσημη ανεργία έχει φτάσει τα 12 εκ και θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο με την διεύρυνση, ενώ η ΕΕ προσπαθεί να την συγκαλύψει με μορφές μερικής απασχόλησης και υπο-απασχόλησης. Ακόμη, αντί για ένα πανευρωπαϊκό κράτος πρόνοιας, σήμερα ιδιωτικοποιούνται παντού οι κοινωνικές υπηρεσίες, η εκπαίδευση, η υγεία ακόμη και οι συντάξεις. Όλα αυτά αποτελούν μονόδρομο στο πλαίσιο της καπιταλιστικής νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, παρά τα φληναφήματα της ρεφορμιστικής Αριστεράς και του νεοσύστατου κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς το οποίο την εκφράζει που παίρνουν δεδομένη την διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς. Η αλήθεια αυτή, που συνειδητοποιείται καθημερινά και περισσότερο, εντείνει την αδιαφορία για τη σημερινή «Ευρώπη» και τους θεσμούς της…    

 

 

  * Παράκληση στους αναγνώστες που δεν το βρίσκουν στα βιβλιοπωλεία να το αναφέρουν στη διεύθυνση peridimok@hotmail.com