(Ελευθεροτυπία, 27 Μαρτίου 1999)


Η εγκληματική ευρωπαϊκή κεντρο-«αριστερά»

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

Οι μαζικοί βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ που εξαπέλυσαν οι «προοδευτικές» κυβερνήσεις των Κλίντον, Μπλερ, Σρεντερ, Ζοσπεν, Ντ’ Αλεμα και κομπανία, (σε συνεργασία με τους θλιβερούς «ριζοσπάστες» των χρεοκοπημένων Πράσινων κομμάτων που εξακολουθούν να μετέχουν σε αρκετές από αυτές) απέδειξαν, για άλλη μια φορά, μετά τους βομβαρδισμούς του Ιράκ, την υπόθεση Οτσαλάν (Abdullah Apo” Öcalan) κ.λπ., τον εγκληματικό χαρακτήρα της κεντρο-«αριστεράς». Οι βομβαρδισμοί κάνουν ακόμη πιο φανερό ότι ο πραγματικός στόχος δεν είναι η αποτροπή της εθνοκάθαρσης, που από χρόνια έχει αρχίσει η κυβερνώσα Σέρβικη ελίτ, αλλά:

  • Πρώτον, η επιβολή της δυτικής τάξης και η πλήρης ενσωμάτωση της Γιουγκοσλαβίας στην οικονομία της αγοράς και

  • Δεύτερον, η παγίωση μιας διαφορετικής εθνοκαθάρσης που θα ήταν συμβατή με τον παραπάνω στόχο.

Όσον αφορά τον πρώτο στόχο, το γεγονός και μόνο ότι από την πρώτη κιόλας μέρα των βομβαρδισμών επελέγησαν στόχοι που θίγουν την στρατιωτική αλλά και την οικονομική υποδομή της χώρας, μετά μάλιστα ένα πολύχρονο εξοντωτικό εμπάργκο, δείχνει τη πολλαπλότητα των δυτικών στόχων. Στη περίπτωση μάλιστα της Γιουγκοσλαβίας η τιμωρία πρέπει να είναι παραδειγματική διότι είναι μια Ευρωπαϊκή χώρα η οποία τολμά να αρνείται την ένταξη της στα πολιτικοστρατιωτικά και οικονομικά μαντριά που εκφράζουν τη Νέα Τάξη («νέο» ΝΑΤΟ, ΕΕ). Γι' αυτό, με το πρόσχημα της εγκληματικής πολιτικής εθνοκάθαρσης που εφάρμοσε η ηγεσία της σε όλη αυτή τη δεκαετία, η Δύση αποφάσισε τον διαμελισμό της χώρας. Ο διαμελισμός αυτός άρχισε με την αναγνώριση της Κροατίας από τη Γερμανία, την οποία πρόσφατα χαρακτήρισε στ’ απομνημονεύματα του ο Γκένσερ, τότε υπ. Εξωτερικών της Γερμανίας, ως το μεγαλύτερο επίτευγμα της καριέρας του! Ο,τι επακολούθησε ήταν αναμενόμενο. Μετά από εκατόμβες εκατοντάδων χιλιάδων νεκρών και εκατομμύρια ξεριζωμένων στις αλλεπάλληλες εθνοκαθάρσεις, η Γιουγκοσλαβία διαμελίστηκε στα εξ ων συνετέθη. Το όφελος για τη Δύση ήταν η αποσύνθεση και εξουδετέρωση του μόνου μη εξαρτημένου Βαλκανικού κράτους, μέσω της δημιουργίας μιας δράκας κρατιδίων απόλυτα εξαρτημένων από τη Δύση και της απομόνωσης των Σέρβων που εξακολουθούσαν να επιδιώκουν την ανεξαρτησία τους. Σήμερα ήλθε ο καιρός να πληρώσουν την τιμή της .

Όσον αφορά τον δεύτερο στόχο, είναι φανερό ότι οι δυτικές ελίτ επιδιώκουν τη δημιουργία ενός «καθαρού» Αλβανόφωνου κρατιδίου στο σημερινό Κόσοβο, που αργότερα θα προσαρτηθεί στην Αλβανία. Το «σενάριο» αυτό σημαίνει το ξερίζωμα του 10% του πληθυσμού που αποτελεί τη Σέρβικη μειονότητα. Από την άλλη μεριά, η Σέρβικη ελίτ μπροστά στον κίνδυνο αυτό, που έγινε ορατός με το τελευταίο σχέδιο που τελεσιγραφικά αποπειράθηκε να επιβάλλει η Δύση, αποφάσισε να αντισταθεί, με την ελπίδα ότι θα επιτύχει τη διχοτόμηση του Κοσόβου. Το σενάριο διχοτόμησης σημαίνει τον ξεριζωμό αρκετών Σέρβων και πολλαπλάσιων Αλβανόφωνων. Δηλαδή, ο στόχος και των μεν και των δε είναι η εθνοκάθαρση, αν και με διαφορετικό περιεχόμενο. Για να δούμε όμως τη σημασία των σημερινών γεγονότων θα πρέπει ν ανατρέξουμε στη πρόσφατη Ιστορία.

Το Κόσοβο δεν έγινε Αλβανόφωνο στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, όπως εσφαλμένα υποστηρίζεται, όταν οι δυνάμεις του Άξονα το παρεχώρησαν στην Αλβανία, αποσπώντας το από τη Γιουγκοσλαβία, πράγμα που σηματοδότησε τη μετακίνηση αλβανικών πληθυσμών από την Αλβανία στη περιοχή. Ήδη το 1912, όταν το Κόσοβο καταλήφθηκε από τους Σέρβους και αποσπάστηκε από την Οθωμανική αυτοκρατορία, ο Σέρβικος πληθυσμός ήταν μόλις 21% του συνολου[1]. Το Κόσοβο επομένως ήταν ανέκαθεν Αλβανόφωνο, πράγμα που είχε οδηγήσει, ακόμη και επί Τίτο, σε Αλβανόφωνες πιέσεις για αυτονομία. O Τίτο, απαντώντας στις πιέσεις, παραχωρεί σημαντική αυτονομία ήδη από τo 1974 που περιλαμβάνει τοπική αστυνομία, βουλή, σχολεία κ.λπ. Όμως ποτέ δεν ανακήρυξε το Κόσοβο ως ομόσπονδη δημοκρατία ισότιμη με τη Σερβία, Βοσνία, Σλοβενία, Κροατία, Μακεδονία και Μαυροβούνιο. Πράγμα που οδήγησε στην ίδρυση του Εθνικού Μετώπου Απελευθέρωσης του Κόσοβου από τα μέσα της δεκαετίας του ‘70. Αλλά, η πλειοψηφία των Κοσοβάρων ζούσαν σχετικά αρμονικά στο (επίσημα) πολύ-πολιτισμικό περιβάλλον που αποτελούσε τη Τιτοική κοινωνία, παρά το γεγονός βέβαια ότι πραγματική ισότητα μεταξύ των πολιτών δεν είχε επιτευχθεί και οι ταξικές καθώς και οι εθνοτικές τριβές δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν.

Με τη κατάρρευση όμως του «υπαρκτού» στην Ανατολική Ευρώπη η νομενκλατούρα στη Γιουγκοσλαβία, βλέποντας τον ορατό κίνδυνο να χάσει την εξουσία, μεταπήδησε από τον σοσιαλισμό στον εθνικισμό. Έτσι, ο Μιλόσεβιτς (Slobodan Milosevic), το 1989, ουσιαστικά εγκαινιάζει το Σέρβικο νέο-εθνικιστικό κίνημα με την κατάργηση της αυτονομίας του Κόσοβου. Η κίνηση αυτή οδηγεί όχι μόνο σε συγκρούσεις στο Κόσοβο αλλά και σε κινήσεις των Κροατών, Σλοβένων, μουσουλμάνων της Βοσνίας κ.λπ. για ανεξαρτησία. Πράγμα που έφερε εθνικιστικές κυβερνήσεις σε όλες τις ομόσπονδες δημοκρατίες στις αρχές της δεκαετίας. Το μόνο άλυτο ακόμη πρόβλημα παρέμενε αυτό του Κόσοβου. Οι Σέρβοι σε μια απελπισμένη προσπάθεια να διατηρήσουν το στάτους κβο συνεχίζουν τη καταπίεση των Αλβανόφωνων, την οποία πρόσφατα εντείνουν, σε απάντηση της ένοπλης δράσης που αρχίζουν οι τελευταίοι, με την υλική βοήθεια των ΗΠΑ και των Γερμανών. Οι Αμερικανοί καταστρώνουν «ειρηνευτικό» σχέδιο που ουσιαστικά σημαίνει τη σταδιακή παραχώρηση ανεξαρτησίας στους Αλβανόφωνους, πράγμα που κάνει φανερό το γεγονός ότι η αυτονομία που παρεαχωρείται στο πρώτο στάδιο συνοδεύεται από την αντικατάσταση του γιουγκοσλαβικού Στρατού με Νατοϊκό. Έτσι, οι Αμερικανοί, επαναλαμβάνοντας το σενάριο εξαπάτησης της διεθνούς κοινής γνώμης που δοκίμασαν με επιτυχία σε σχέση με τον πόλεμο στον Κόλπο, επιδίδονται σε μαραθώνιες ψευτο-διαπραγματεύσεις, όπου οι Σέρβοι είχαν την …επιλογή να δεχθούν το σχέδιο εκούσια ή με τη βία. Η διαφορά με τον πόλεμο στον Κόλπο είναι ότι τώρα η Δύση δεν τηρεί καν τα προσχήματα και πετά τον ΟΗΕ στον κάλαθο των άχρηστων. Την ενέργεια αναλαμβάνει ο «αμυντικός» οργανισμός του ΝΑΤΟ, η άμυνα του οποίου κινδύνευε από…τον Μιλόσεβιτς, που ο Κλίντον δεν παράλειψε να συγκρίνει με τον Χίτλερ, ακριβώς όπως έκανε ο προκάτοχος του Μπους με τον Σανταμ!

Χαρακτηριστικό όμως της υποκρισίας και θρασύτητας των δυτικών, ιδιαιτέρα των σοσιαλδημοκρατών, είναι ότι επικαλούνται την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων των Κοσοβάρων και τη «Σέρβικη κτηνωδία» για να δικαιολογήσουν τους βομβαρδισμούς. Και αυτό, «ξεχνώντας» την Ισραηλινή κτηνωδία στα κατεχόμενα, τη Τούρκικη γενοκτονία στο Κουρδιστάν, την εθνοκάθαρση στη Κύπρο, τη δολοφονία του ενός τέταρτου του πληθυσμού στο Τιμόρ κ.λπ. Όμως, πέρα από την επιλεκτική μνήμη τους, οι ίδιοι οι βομβαρδισμοί είναι ένδειξη του σχέδιου εθνοκάθαρσης που εφαρμόζουν. Όπως τονίζουν οι ίδιοι οι στρατιωτικοί αναλυτές τους, οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί από μόνοι τους, χωρίς την υποστήριξη στρατού ξηράς, είναι σίγουρο ότι θα προκαλέσουν ένα ακόμη μεγαλύτερο κίνημα προσφύγων που θ' αποτελέσει τη βάση για την νέα εθνοκάθαρση.[2] Όμως η αποστολή στρατού ξηράς έχει αποκλειστεί εκ προοιμίου λόγω των σημαντικών απωλειών που συνεπάγεται. Είναι, επομένως, σαφές ότι για τους δυτικούς, η ιδέα της πολύ-πολιτισμικής κοινωνίας είναι μόνο για εσωτερική κατανάλωση στις χώρες τους, όπου το φθηνό εργατικό δυναμικό από άλλες χώρες είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για την ομαλή λειτουργία της οικονομίας της αγοράς. Για χώρες όμως όπως τα υπανάπτυκτα Βαλκάνια, όπως έγκυροι δυτικοί αναλυτές ήδη διακηρύσσουν φανερά, «το μόνο-εθνικό κράτος είναι η καλύτερη λύση».[3]

Όσον αφορά τη κυβέρνηση των «εκσυγχρονιστών» στη χώρα μας, αυτή συνεχίζει την πολιτική εξαπάτησης (δεν μετέχουμε, αλλά δεν διαφωνούμε!) που χρησιμοποίησε με τόση επιτυχία για τους βομβαρδισμούς στο Ιράκ, την υπόθεση Οτσαλάν κ.λπ. Έτσι, στο εσωτερικό, οι «σοσιαλιστές» πρωταθλητές της απάτης διακηρύσσουν ότι διαφοροποιούνται από τις εγκληματικές αυτές ενέργειες, ενώ στα διεθνή όργανα όπου παίρνονται οι σχετικές αποφάσεις, (με ομοφωνία), επιδείχνουν αγαστή σύμπνοια. Και έτσι μπορούν και ικανοποιούν τόσο τους ανεκδιήγητους συνέδρους του κομματικού/δημόσιου κορβανά που μόλις προχθές… αποθέωναν τους πρωταγωνιστές σε αυτές τις εγκληματικές ενέργειες, όσο και τα πραγματικά αφεντικά τους.


 


[1] Noel Malcolm, A Short History of Kosovo (Μacmillan)

[2] Βλ. άρθρο του Jonathan Eyal διευθυντή του Royal United Services Institute, The Guardian (24/3/1998).

[3] Timothy Garton Ash, New York Review of Books (14/1/1999).